Από την ιστοσελίδα του Άρδην
Του Γιώργου Καραμπελιά
Τη στιγμή που η χώρα αρχίζει να περνάει στο επόμενο στάδιο της κατάρρευσης, με τη Γερμανία να θέτει ανοιχτά το ζήτημα της έξωσης της Ελλάδας από την ευρωζώνη προκειμένου να δεχτεί να βοηθήσει την Ισπανία ή την Ιταλία, τη στιγμή που στο εσωτερικό της χώρας τα έσοδα καταρρέουν, οι καρκινοπαθείς κινδυνεύουν με άμεσο θάνατο, οι πολίτες καταδιώκουν και εξοντώνουν με καραμπίνες τους γεωμετρικά πολλαπλασιαζόμενους ληστές και οι τηλεοράσεις μεταβάλλονται σε τηλεοπτικά ρινγκ, υπάρχουν διάφοροι φίλοι που εξακολουθούν να εκφέρουν τον ξεπερασμένο λόγο «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο» και με βάση αυτό να είναι έτοιμοι να δώσουν «μια ευκαιρία» στον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι όντως καταπληκτικό το ότι η συντριπτική πλειοψηφία όσων έχουν δημόσιο λόγο, στον λεγόμενο αντιμνημονιακό χώρο, αδυνατεί να κατανοήσει ότι το δίλημμα δεν είναι πλέον «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο» αλλά το μέγεθος και το εύρος της καταστροφής που έρχεται.
Δυστυχώς, και αυτό το γνωρίζουν, δεν μπορούμε να επιστρέψουμε δυόμισι χρόνια πριν, όταν ο πράκτορας πυροδότησε την έναρξη της καθόδου της χώρας προς την «κόλαση», ούτε οκτώ μήνες πριν, όταν ο ανίκανος Σαμαράς έκαψε την τελευταία δυνατότητα μιας επιτυχημένης απόρριψης και επαναπραδιαγμάτευσης του μνημονίου.
Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια ριζικά νέα κατάσταση. Το μνημόνιο έχει καταδικαστεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού όπως κατεδείχθη από τις εκλογές της 6ης Μαΐου, αλλά μπροστά μας έχει ανοιχθεί μια περίοδος κρίσεων και καταστροφών και το μόνο διακύβευμα είναι πλέον το πώς θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τις χειρότερες από αυτές, και να βάλουμε τα θεμέλια για την ανάταξη της χώρας, σε μια νέα κατεύθυνση, μετά από ορισμένα χρόνια.
Δυστυχώς, απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, ένα κομμάτι του αντιμνημονιακού χώρου, παίζοντας με τη δραματική υποβάθμιση των συνθηκών ζωής των συμπολιτών μας, την αγνοεί παντελώς και εξακολουθεί να καλλιεργεί αυταπάτες ότι είναι δυνατόν, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, να «επιστραφούν χρήματα», να δοθούν αυξήσεις και άλλα ηχηρά παρόμοια, τη στιγμή που, σε λίγο καιρό, κινδυνεύουμε από πανικό στις τράπεζες, δραματικά προβλήματα στις εισαγωγές, ακόμα και πιθανό μπλακ άουτ στον ηλεκτρισμό.
Η παραμικρή αναφορά σε όλα αυτά τα ζητήματα καταγράφεται ως «κινδυνολογία», με μια απίστευτη ελαφρότητα, την ίδια στιγμή που πάρα πολλοί απ’ όσους διακινούν ένα τέτοιο λόγο έχουν φροντίσει να εξασφαλίσουν τις αποταμιεύσεις τους στο εξωτερικό, στην Κύπρο και στις τραπεζιτικές θυρίδες.
Πρόκειται για μια κοντόθωρη πρακτική, η οποία μιλάει από το πρωί μέχρι το βράδυ για «καταστροφή» και αρνείται να κατανοήσει πως τα λαϊκά στρώματα και οι άνεργοι θα ζήσουν μια πολύ μεγαλύτερη καταστροφή, στον βαθμό που θα εκπληρωθεί η ανεύθυνη προφητεία τους.
Ξεχνούν πως, στον πάτο του βαρελιού, υπάρχει ακόμα η Βουλγαρία και η Σοβιετική Ένωση μετά την κατάρρευση του ’90, υπάρχει η απόλυτη εθνική απαξίωση, υπάρχει ο νεοθωμανισμός που καραδοκεί. Και όμως, τυφλά, με βάση μικροσυμφέροντα, ή άγνοια, είμαστε έτοιμοι να πριμοδοτήσουμε μια τυχοδιωκτική και καταστροφική πολιτική.
Απέναντι σε αυτή, πιστεύουμε πως το κίνημά μας θα πρέπει να μετεξελιχθεί από «αντιμνημονιακό» σε «αντιστασιακό» και να οικοδομήσει ένα νέο πολιτικό τοπίο, πέρα από τον παρασιτισμό και την ανικανότητα των κυρίαρχων ελίτ. Άμεσα, θα πρέπει να καταβάλουμε κάθε προσπάθεια για να αποφύγουμε την απομόνωση της Ελλάδας, να αποφύγουμε το σχέδιο «Ιφιγένεια» της Γερμανίας, και να συνεχίσουμε να συναποτελούμε μέρος της κρίσης της Ευρώπης και όχι προϋπόθεση της λύσης της δια της εξώσεώς μας.
Και αυτό δεν είναι κάτι που εμείς τουλάχιστον, και εγώ προσωπικά, το λέω σήμερα. Είναι κάτι για το οποίο επιμένω πριν καν υπογραφεί το μνημόνιο, από το Μάρτιο του 2010, ότι η στρατηγική της Γερμανίας – ή τουλάχιστον των κυρίαρχων κύκλων της – κατατείνει στη δημιουργία μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων και έχει ως παραδειγματική προϋπόθεση την εκδίωξη της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Γι' αυτό και από την αρχή της κρίσης αντιταχθήκαμε με όποιο μέσο σε όλους εκείνους που ήθελαν να διευκολύνουν το έργο της Γερμανίας, προπαγανδίζοντας εμείς οι ίδιοι την έξοδο από το ευρώ και το πέρασμα στη δραχμή.
Αναρίθμητες φορές, μέσα σ’ αυτά τα δύο χρόνια, αντιταχθήκαμε τόσο στο κόμμα της δραχμής των διεφθαρμένων επιχειρηματιών, όσο και σε εκείνους οι οποίοι, αγνοώντας την γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, μας οδηγούσαν από ιδεοληψία σ’ ένα πένθιμο σόλο.
Πώς λοιπόν, μετά από όλα αυτά, δεν καταλαβαίνει κανείς πως η επιλογή μιας εμφυλιοπολεμικής αντιπαράθεσης – την ώρα μάλιστα που ο ελληνικός λαός έχει τελεσίδικα αποφανθεί υπέρ μιας πορείας εξόδου από το μνημόνιο – αποτελεί τη χειρότερη συνταγή που θα μπορούσαν να έχουν;
Η Ελλάδα σήμερα χρειάζεται ένα ενιαίο εθνικό μέτωπο για να αντιμετωπίσει τη γερμανική επιβουλή και τα αρπακτικά των τραπεζών και δεν έχει την πολυτέλεια μιας νέας πόλωσης μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Μια υπεύθυνη και επαναστατική αριστερά θα έπρεπε να κατακτήσει την ηγεμονία της όχι μέσα από την εσωτερική εμφυλιοπολεμική πόλωση, αλλά μέσα από την ανάδειξή της στον κύριο φορέα ενός εθνικού πατριωτικού μετώπου.
Αυτό έκανε η αριστερά στην Κατοχή και μόνο έτσι κατέκτησε την ηγεμονία του λαού. Αντίθετα, αποτελεί τυχάρπαστη λογική η πρόταξη της εσωτερικής σύγκρουσης την ώρα που είναι έτοιμο το ίδιο το σπίτι μας να καεί.
Σε αυτά τα πλαίσια, θεωρώ ότι η πρόταξη από ένα μικρό, μέχρι χθες, κόμμα διαμαρτυρίας μιας κυβερνησιμότητας, την οποία δεν διαθέτει και η οποία στηρίζεται απλώς στην αγανάκτηση και στο αδιέξοδο του λαού, χρησιμοποιεί κάθε είδους παλαιά και ανακυκλωμένα υλικά, για να επιβληθεί, αποτελεί πολιτικό τυχοδιωκτισμό.
Υπ' αυτή την έννοια, είναι πεποίθησή μου, ο ελληνικός λαός, θέλοντας να ολοκληρώσει αυτό το κίνημα που άρχισε πριν από δύο χρόνια, θα πρέπει να αποφύγει την παγίδα της πολιτικής επιτάχυνσης, να αποφύγει να χρεωθεί αυτό τη χρεωκοπία της χώρας και να υποστηρίξει εκείνες τις αντιμνημονιακές δυνάμεις που δείχνουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα.
Σε αυτά τα πλαίσια, δήλωσα πως προτιμώ την ψήφο στο ΚΚΕ και, αν είχα εμπιστοσύνη στο αρχηγό των «Ανεξαρτήτων Ελλήνων», θα επέλεγα ίσως και αυτούς. Όχι γιατί πιστεύω ότι το ΚΚΕ αποτελεί λύση στα προβλήματα της χώρας, με την ανεδαφική στρατηγική του, αλλά με αποκλειστικό κριτήριο το ότι απορρίπτει σήμερα τον τυχοδιωκτισμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Και βέβαια υπάρχουν και άλλες αντιμνημονιακές επιλογές. Όπως ξέρετε πολύ καλά, ήδη από τις εκλογές της 6ης Μαΐου, είχαμε τονίσει πως, δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποια επιλογή που να μας καλύπτει πλήρως. Εμείς μείναμε σε αυτή την άποψη. Άλλοι φαίνεται πως προσχώρησαν στην επιλογή: Τσίπρας και ξερό ψωμί.
Τα υπόλοιπα αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις και πρόταξη του στενού και κοντόθωρου συμφέροντος μπροστά σε μία κρίση με κυριολεκτικά κατακλυσμικά χαρακτηριστικά.
ΥΓ. 1: Κάποιος φίλος απόρησε πως είναι δυνατόν σε ένα μου κείμενο να γράφω για τον «Ελληνισμό στο σταυροδρόμι» και από την άλλη να παρεμβαίνω στην εκλογική διαμάχη με τρία κείμενα: «Το κόμμα της δραχμής», «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ» και το «Αλέξης ή Αλέκα».
Μα ακριβώς γιατί, σε αντίθεση με άλλους διανοουμένους ή συγγραφείς του χώρου μας, δεν θέλω να μένω στις γενικές ιδεολογικές διαπιστώσεις, όπου η συναίνεση είναι ευκολότερη, αλλά επιθυμώ να συμμετάσχω ενεργά στη μετεξέλιξη ενός ιδεολογικού πόλου σε πολιτικό!
Και μια τέτοια μετεξέλιξη, που πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία, υποχρεώνει και προϋποθέτει τομές. Ακριβώς γιατί είμαι πεπεισμένος πως η Ελλάδα, στον 21ο αιώνα, παίζει τα «ρέστα» της, δεν είμαι διατεθειμένος να σιωπήσω όποιο και αν είναι τίμημα.
Δεν ανήκω σε κείνους που σίγησαν στις πιο κρίσιμες στιγμές. Και εξ άλλου, η πολιτική θεμελίωση ενός εγχειρήματος γίνεται πάντα με τομές – έστω και επώδυνες. Και ένα πολιτικό εγχείρημα σαν αυτό που οραματιζόμαστε, που θέλει να συμβάλει στην εκ βάθρων ανατροπή της πορείας της χώρας, δεν γίνεται με χλιαρές και μεσοβέζικες παρεμβάσεις, δεν γίνεται με τακτικισμούς και με το «άσε να αποκαλυφθούν πρώτα».
Όχι, γίνεται με ρήξεις, και ξεκάθαρες θέσεις, που αποσαφηνίζουν πολιτικά το ήδη διαμορφωμένα ιδεολογικά πρόσωπό μας. Και πάντως «γάμος χωρίς σφαχτά δεν γίνεται».
ΥΓ. 2: Πληροφορώ τους αγαπητούς φίλους, πως και οι Εναλλακτικές Εκδόσεις και τα έντυπά μας αντιμετωπίζουν σημαντικό οικονομικό πρόβλημα, το ελληνικό κράτος μας χρωστάει αρκετά χρήματα από τα πανεπιστημιακά συγγράμματα, ενώ μας απομυζά με τις φορολογίες και τα χαράτσια.
Ωστόσο, δεν αναδεικνύω αυτή τη «χασούρα» σε κριτήριο της πολιτικής μου τοποθέτησης και βέβαια δεν θα διαπράξω την έσχατη ανανδρία, να ταυτιστώ σε μια προχωρημένη ηλικία, με το πνεύμα του παρασιτισμού και της ευκολίας που καταγγέλλω εδώ και τριάντα επτά χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου