Από το Βλέμμα
Του Νίκου Ξυδάκη
Ο λαός έκανε την υπέρβασή του: υπερέβη τον πόνο, υπερέβη την ανάγκη και τη φτώχεια, υπερέβη ακόμη και τον φόβο. Κατένειμε την ψήφο του έτσι, ώστε να μπορεί να σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση εκ συνασπισμού δύο κομμάτων. Αυτά τα δύο κόμματα, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, διεκπεραίωσαν από κοινού το Δεύτερο Μνημόνιο, ενώ το ΠΑΣΟΚ μόνο του διαπραγματεύτηκε και τα δύο Μνημόνια.
Η λαϊκή εντολή άρα είναι σαφής: τα κόμματα αυτά καλούνται να συνεχίσουν το έργο τους, σύμφωνα με όσα έχουν πράξει, αλλά και σύμφωνα με όσα έχουν υποσχεθεί. Στις υποσχέσεις περιλαμβάνεται η χαλάρωση των μνημονιακών όρων, προς άμεση ανακούφιση της ταλαιπωρημένης κοινωνίας και προς ενίσχυση της καταρρέουσας οικονομίας.
Κατόπιν τούτων, η παρελκυστική τακτική της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ μόνο επώδυνη κατάπληξη και οργή μπορεί να γεννήσει στον οποιονδήποτε πολίτη, ανεξαρτήτως του τι ψήφισε. Το ΠΑΣΟΚ, αυτοδυνάμως και αυτοβούλως, οδήγησε τη χώρα στη σκολιά οδό των Μνημονίων, στη μόνη εναλλακτική οδό, καθώς υποστήριζε.
Με ποιο ηθικό δικαίωμα αρνείται να συνεχίσει τη δική του πολιτική, αρνείται να αναλάβει τις ιστορικές του ευθύνες; Η Νέα Δημοκρατία, τουλάχιστον, μέσα από παλινωδίες και σύγχυση, αναλαμβάνει την ευθύνη που της αναλογεί, παρότι κι αυτή δοκιμάζεται επικίνδυνα έως θραύσεως από φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της.
Δυστυχώς το ΠΑΣΟΚ συμπεριφέρεται ακόμη και τούτη την κρίσιμη ώρα ως ιδιοτελής νομέας της κρατικής εξουσίας, θέτοντας όρους σε αντιπάλους και εταίρους προκειμένου να προφυλαχθεί από το περαιτέρω πολιτικό κόστος. Η πολύχρονη έκθεσή του στην εξουσία φαίνεται το έχει διαβρώσει, έχει εξουδετερώσει κάθε άλλο αντανακλαστικό πλην του ενστίκτου επιβίωσης και του εξουσιοτροπισμού. Τώρα όμως τέτοια συμπεριφορά καταλήγει υβριστική.
Ο άλλος δυνάμει κυβερνητικός εταίρος, η ΔΗΜΑΡ, είναι αντιμέτωπος με την αμφίσημη στάση του. «Η ΔΗΜΑΡ, ανάλογα και με τη δύναμη που θα λάβει από την κάλπη, θα στηρίξει είτε τον ένα είτε τον άλλο πόλο» είχε ανακοινώσει στο Twitter, τρεις ημέρες προ των εκλογών. Τώρα είναι αναγκασμένη να στηρίξει τον πόλο Ν.Δ.
Το πολιτικό ζητούμενο, ωστόσο, παραμένει η χαλάρωση του Μνημονίου, και δι’ αυτής η ανακούφιση των πολιτών, ενδεχομένως και η ελπίδα. Η χαλάρωση όμως εξαρτάται κυρίως από τους πιστωτές. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να διαπραγματευτεί, να περιγράψει το δραματικό αδιέξοδο, να προσπαθήσει να πείσει. Να κερδίσει χρόνο. Να περισώσει τη συνέχεια του κράτους και τη συνοχή της κοινωνίας.
Αυτή η ελάχιστη ατζέντα είναι το μέγιστο που μπορεί να επιτύχει. Ακόμη όμως και για τούτα τα ελάχιστα, απαιτείται γενναιότητα και υπέρβαση, αυτοθυσία. Μπορούν; Οι κυβερνητικοί εταίροι καλούνται να το αποδείξουν στο πεδίο της ζώσας ιστορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου