Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Η Ελλάδα παράπλευρο θύμα της ιταλογερμανικής σύρραξης


Η Μέρκελ δεν θα αποκλίνει ούτε εκατοστό από τις απόψεις της

Από Το Βήμα

Του Νίκου Χειλά

Πήγε γυρεύοντας στις Βρυξέλλες. Η Άνγκελα Μέρκελ δείχνει διατεθειμένη να τα «σπάσει» με το Μάριο Μόντι στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που άρχισε το βράδυ της Πέμπτης.

Ήδη την Τετάρτη η καγκελάριος έδωσε μια πρόγευση για τη στάση της δηλώνοντας στο γερμανικό κοινοβούλιο ότι δεν έχει «καμιά αυταπάτη» για την επικείμενες «ισχυρές κόντρες» στη βελγική πρωτεύουσα. Και το ίδιο επιβεβαίωσε σήμερα πηγή της καγκελαρίας λέγοντας ότι η κ. Μέρκελ δεν θα αποκλίνει ούτε εκατοστό από τις διακηρυγμένες απόψεις της.


Ένα παράπλευρο θύμα αυτής της σύγκρουσης θα είναι η Ελλάδα, η οποία έχει μπει στα «ψιλά» της συνόδου. Ο επίσημος λόγος γι' αυτό είναι, ότι δεν υπάρχει ακόμα η σχετική έκθεση της τρόικας. «Δεν μπορούμε να συζητούμε ουσιωδώς για ένα θέμα - φαντομά, χωρίς απτά στοιχεία και αριθμούς» είπε η πηγή. «Η τρόικα θα αρχίσει τις εργασίες της στην Αθήνα από την ερχόμενη Δευτέρα. Και η έκθεσή της θα είναι έτοιμη μάλλον μετά από εβδομάδες, όχι ημέρες».


Στην πραγματικότητα βέβαια η υποβάθμιση του ελληνικού προβλήματος οφείλεται στην ξαφνική αναβάθμιση του ιταλικού, σε ένα βαθμό και του ισπανικού. Η αντιπαράθεση για αυτά θα κοστίσει όχι μόνο πολλά νεύρα, αλλά και όλο σχεδόν τον διαθέσιμο χρόνο. Επόμενο έτσι, η Ελλάδα να μην «χωράει» αυτή τη φορά στην ατζέντα της συνόδου.

Αυτό δεν εμπόδισε βέβαια την πηγή να υπενθυμίσει ότι η Αθήνα πρέπει και υπό τη νέα κυβέρνηση να τηρήσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της. Οι υποχρεώσεις αυτές, είπε, «δεν ήταν άγνωστες στους αρχηγούς των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση». Αυτό το επιβεβαίωσαν και οι ίδιοι πριν από τη συγκρότηση της κυβέρνησης. Και το ίδιο πρέπει να κάνουν και τώρα – μετά τη συγκρότησή της.

Μια ιδέα για την πορεία που θα μπορούσε να πάρει η διένεξη στις Βρυξέλλες είναι η προειδοποίηση της πηγής προς τον ιταλό και τον ισπανό πρωθυπουργό να «σταματήσουν να διασπείρουν πανικό» με τα παράπονά τους, ότι οι χώρες τους πληρώνουν υπερβολικά υψηλούς τόκους για τα κρατικά τους ομόλογα.

«Αναφέρουν την υψηλότερη επιτευχθείσα τιμή του τόκου σαν να ήταν ο μέσος όρος της» είπε. «Στην πραγματικότητα όμως ο τόκος υφίσταται συνεχείς διακυμάνσεις. Δεν υπάρχει λοιπόν λόγος για πανικό».

Αυτό δεν πρόκειται να γίνει, είπε, όσο το δικαίωμα επέμβασης βρίσκεται στα χέρια των εθνικών κρατών. Διαφορετικά θα έχουμε το εξής (απαράδεκτο) παράδοξο: Το ESM να έχει το πλειοψηφικό πακέτο μιας ισπανικής τράπεζας, χωρίς να μπορεί να ασκεί επιρροή στη δραστηριότητά της.

Δεν υπάρχει, τόνισε, ούτε και μπορεί να υπάρξει «έξτρα» μεταχείριση των μεγάλων χωρών της ευρωζώνης. «Αν μια χώρα χρειάζεται βοήθεια, τότε μπορεί να κάνει σχετική αίτηση στο ESM για την παροχή της» είπε. Το αίτημα αυτό θα εξεταστεί στη συνέχεια – όπως έγινε πρόσφατα με τις ισπανικές τράπεζες – κατά τον ταχύτερο δυνατό τρόπο.

Οι κανόνες του ταμείου δεν πρόκειται όμως να αλλαχθούν προς χάρη ενός κράτους – έτσι όπως δεν αλλάζει και το καταστατικό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κάθε φορά που μια χώρα ζητά την αρωγή του.

Οξεία ήταν και η απάντηση στο αίτημα των «λατινογενών» χωρών της ευρωζώνης για την έκδοση ευρωομολόγων. Το πρόβλημα αυτό δεν θα λυθεί με την «κοινοτικοποίηση των χρεών», είπε η πηγή, αλλά με εσωτερικές μεταρρυθμίσεις στις προβληματικές χώρες, από τις οποίες εκπορεύεται και η κρίση του ευρώ. «Τα προβλήματα τους είναι εγγενή, και μπορούν να λυθούν μόνο τοπικά, στον τόπο της γένεσής τους» είπε.

Ενόψει τόσο σημαντικών διαφορών, ωχριά η αναμενόμενη συμφωνία για την «ανάπτυξη», που προωθούν κυρίως η κ. Μέρκελ και ο κ. Ολάντ. Πρόκειται, κυριολεκτικά, για «παράπλευρο» κέρδος, δεδομένου ότι τα 130 δισεκατομμύρια ευρώ που προβλέπονται γι' αυτή καλύπτουν μόνο μικρό κλάσμα των αναπτυξιακών αναγκών που έχουν οι προβληματικές κυρίως χώρες.

Στα 130 δισ. περιλαμβάνεται εξάλλου ελάχιστο «φρέσκο» χρήμα (τα 10 δισ. από την αύξηση του κεφαλαίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων) – τα υπόλοιπα θα προέλθουν από την αναδιανομή των κονδυλίων των διαφόρων ταμείων της Ε.Ε.

Η πολεμική ρητορική της κυρίας Μέρκελ δεν θα οδηγήσει βέβαια αναπόφευκτα σε ρήξη. «Σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για θέατρο» έλεγε αναλυτής στο Βερολίνο. Θέατρο όμως, πρόσθεσε, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε τραγωδία, αν η καγκελάριος δεν σταματήσει τα συνεχή της «Nein» και δεν αποδεχθεί ένα συμβιβασμό που θα ικανοποιεί και τις «αναξιοπαθούσες» χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου