Του
Σταύρου Χριστακόπουλου
Οι
Έλληνες πολίτες, ύστερα από δυόμισι
χρόνια
εξαθλίωσης, λεηλασίας, στέρησης της
κυριαρχίας και της προσωπικής και
εθνικής αξιοπρέπειάς
τους, ύστερα από δυόμισι
χρόνια
αγωνιστικών εκλάμψεων και ήττας,
βρέθηκαν μπροστά στη μόνη δυνατότητα
έκφρασης που ακόμη η χρηματοπιστωτική
και πολιτική χούντα
της ευρωζώνης και του ΔΝΤ δεν τους έχει
στερήσει: την κάλπη.
Εκεί
λοιπόν κατέθεσαν, ποικιλοτρόπως, τις...
απόψεις τους για όσα έχουν συμβεί στην
Ελλάδα αυτά τα δυόμισι χρόνια. Και το
αποτέλεσμα
ήταν πανομοιότυπο με αυτό που έχουμε
δει σε όσες χώρες βρέθηκαν υπό τον ίδιο
ζυγό: ώθησαν το σύστημα εξουσίας στην
κατάρρευση.
Αν και, για να είμαστε ακριβείς, δεν
χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια. Η κατάστασή
του ήταν ήδη
δραματική.
Πολυκερματισμός,
μείον
2,2 εκατομμύρια ψήφοι για το ΠΑΣΟΚ, μείον
1,1 εκατομμύριο για τη Ν.Δ., κανένα
κόμμα δεν έφτασε το 20%, αποχή
στο 36%, «λοιπά
κόμματα» στο 19% και επτακομματική Βουλή,
η οποία, για λίγες χιλιάδες μόνο ψήφους,
δεν έγινε δεκακομματική. Ο ορισμός
της διάλυσης και της απονομιμοποίησης,
καθώς οι τέως ψηφοφόροι των τέως μεγάλων
κομμάτων έφευγαν προς κάθε κατεύθυνση.
Πάντως
οι εκλογές και οι χειρισμοί ύστερα απ'
αυτές παρήγαγαν πολιτικό αποτέλεσμα:
έναν νέο
– μόνιμο ή προσωρινό, άγνωστο – διπολισμό,
ο οποίος – ίσως προσωρινά – εκφράζεται
από τον Σαμαρά και τον Τσίπρα, με τον
συντεθλιμμένο Βενιζέλο να αναζητεί
εναγωνίως ρόλο
και πολιτική επιβίωση.
Τόσο η Ν.Δ. όσο
και ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο φωτεινός πίνακας
της εκλογικής αρένας έγραψε το ταπεινωτικό
13,18%
για το ΠΑΣΟΚ, μύρισαν αίμα και έσπευσαν
να στήσουν σκηνικό πόλωσης... μεταξύ
τους προκειμένου να διαμελίσουν
το βαρύτατα τραυματισμένο κόμμα του
Βενιζέλου πριν προλάβει να ανασυνταχθεί.
Ο
«πόλος»
της Κεντροδεξιάς
Ο
Σαμαράς, έχοντας ήδη γκρεμιστεί στο
θλιβερό 18,85%,
κοινώς 14,62% κάτω από το ποσοστό της
συντριβής του 2009, με ένα εκατομμύριο
ανθρώπους να έχουν απορρίψει
αυτόν που πανηγυρικά είχαν εκλέξει
κάπου 700.000 οπαδοί και μέλη της Ν.Δ.
προκειμένου να μην πέσει το κόμμα στα
χέρια των Μητσοτάκηδων, βρέθηκε πολιτικά
γυμνός.
Έχοντας
διαπράξει ακατανόητα πολιτικά εγκλήματα
μέσα σε ελάχιστους μήνες, έβλεπε ότι
ξαφνικά βρέθηκε να παλεύει στα μαρμαρένια
αλώνια με τον... ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο μετά
βίας
ξεπέρασε κατά 130.000 ψήφους, όσες περίπου
έλαβε στην κάλπη ο κομήτης... Τζήμερος.
Αφού όμως είχε ηττηθεί κατά κράτος
παντού στην Αττική.
Ο
επίδοξος... αυτοδύναμος
πρωθυπουργός της Ελλάδας δεν είχε άλλη
επιλογή: άρπαξε απ' τα... μαλλιά την
επίθεση του Τσίπρα, ο οποίος καλούσε
Σαμαρά και Βενιζέλο να αποσύρουν
τις ενυπόγραφες διαβεβαιώσεις προς την
τρόικα για εφαρμογή της νέας δανειακής
σύμβασης και του μνημονίου της.
Ορίζοντας
τον Τσίπρα ως εκπρόσωπο του αριστερού
αντιευρωπαϊκού
μετώπου, το οποίο ρισκάρει την έξοδο
από το ευρώ, ο Σαμαράς διακήρυξε το
κεντροδεξιό
ευρωπαϊκό
μέτωπο και απηύθυνε προσκλητήριο σε
όλες τις δυνάμεις της «ευρωπαϊκής
Κεντροδεξιάς»
επιχειρώντας να ενσωματώσει το 9,4%
και τις 600.000 ψήφους που συγκέντρωσαν
αθροιστικά τα κόμματα των Καρατζαφέρη,
Ντόρας, Μάνου και Τζήμερου.
Οι δύο
τελευταίοι έχουν ήδη αρνηθεί
και, έως την ώρα που γράφονταν αυτές οι
γραμμές, ήταν άγνωστο τι θα γίνει με
τους άλλους δύο. Όμως αυτός δεν ήταν ο
μόνος στόχος του Σαμαρά, αφού το «τυράκι»
της πρωτιάς και της εξουσίας ίσως να
αποτελούσε κίνητρο
επιστροφής
και άλλων... διαφυγόντων ψηφοφόρων της
Ν.Δ.
Παρόμοιο κίνητρο ίσως μπορούσε να
δημιουργηθεί και στις παρυφές του
απαξιωμένου ΠΑΣΟΚ, κυρίως σε ψηφοφόρους
χωρίς αντιδεξιά «σύνδρομα», οι οποίοι
εξακολουθούν
να βγάζουν σπυριά με τους «εξτρεμιστές»
του ΣΥΡΙΖΑ. Το κλίμα πάντως μέχρι στιγμής
δεν δείχνει επιστροφή της Ν.Δ. σε ποσοστά
περί το 30%.
Ωστόσο
η πόλωση έναντι των «αντιευρωπαίων»
της Αριστεράς ίσως κάτι αποδώσει, όποτε
και αν γίνουν οι εκλογές και ανεξάρτητα
από το αν θα έχει πρώτα δημιουργηθεί
μια κυβέρνηση... «ειδικού σκοπού». Σε
κάθε περίπτωση όμως η δεξιά «πολυκατοικία»,
σεισμόπληκτη
μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, του
Καμμένου και της Χρυσής Αυγής, πρέπει
σύντομα να υποστεί ολική
επισκευή,
χωρίς κανείς να γνωρίζει ποιοι θα είναι
οι μελλοντικοί συσχετισμοί στο εσωτερικό
της.
Ο
«πόλος» της Κεντροαριστεράς
Ο
έτερος υπό διαμόρφωση πόλος της
προεκλογικής αντιπαράθεσης, ο ΣΥΡΙΖΑ,
ύστερα από τη θριαμβευτική νίκη του με
ατζέντα την «κυβέρνηση της Αριστεράς»,
βρέθηκε στη θέση να διαχειρίζεται ένα
ανέλπιστο και σαρωτικό ρεύμα υπερψήφισης,
το οποίο τον καθιστά δυνάμει
κυρίαρχο
όχι μόνο στην Αριστερά, αλλά και στην
παραπαίουσα Κεντροαριστερά.
Όμως,
όπως κάθε παρόμοιο ρεύμα, υπολείπεται
σε συγκροτημένες κοινωνικές αναφορές.
Έτσι η διερευνητική εντολή σχηματισμού
κυβέρνησης έγινε το όχημα
για τη διαμόρφωση ή ενίσχυση σχέσεων
με κοινωνικούς φορείς κάθε είδους.
Στόχος η εμπέδωση
της μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε πολιτικό
παίκτη με προοπτική άσκησης εξουσίας.
Όμως το σημαντικό παιχνίδι για τον
Τσίπρα παίζεται πρωτίστως στα όμορα
πολιτικά σχήματα – αυτή είναι η πρώτη
προϋπόθεση συγκρότησης μιας ευρύτερης
συμμαχίας με προοπτική εξουσίας.
Ως εκ
τούτου το συνολικό 11%
που συγκέντρωσαν αθροιστικά Κουβέλης,
Οικολόγοι Πράσινοι, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Κατσέλη
αποτελεί μια σημαντική εκλογική δεξαμενή,
η οποία αξίζει την απόπειρα συγκρότησης
συμμαχιών που θα μπορούσαν να ανεβάσουν
κατά ένα ακόμη εκλογικό επίπεδο τον
ΣΥΡΙΖΑ. Στο πλαίσιο αυτό χρησιμοποιήθηκε
και η «εντολή», χωρίς όμως σαφή αποτελέσματα
μέχρι στιγμής.
Ο πιο
φιλόδοξος στόχος
είναι όχι μόνο η σταθεροποίηση ή και
αύξηση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά
και η λεηλασία και η οριστική περιθωριοποίηση
του ΠΑΣΟΚ
– ίσως και του συμπαγούς μεν, αλλά
στάσιμου και απειλούμενου ΚΚΕ,
το οποίο πληρώνει ακριβά την αποχή
του από την... πολιτική και την άρνησή
του να ανοίξει τις πύλες του Περισσού
στο νυν και το δυνάμει λαϊκό του
ακροατήριο.
Ο νέος
αυτός διπολισμός του ΣΥΡΙΖΑ με τη Ν.Δ.,
στον οποίο ασμένως προσχώρησαν και οι
δύο, μέχρι στιγμής αποδίδει, καθώς
σπέρνει τον πανικό
στο πολιτικά ένοχο, ηθικά τραυματισμένο,
στελεχικά αποψιλωμένο και ανήμπορο να
αντιδράσει ΠΑΣΟΚ, το οποίο δείχνει
σημάδια αποσύνθεσης,
ανίκανο να διαχειριστεί την επιστροφή
του σε εκλογικά μεγέθη αντίστοιχα του
1974. Οι σκέψεις μάλιστα να αποσυρθεί
το «αμαρτωλό» όνομα ΠΑΣΟΚ είναι
ενδεικτικές του βάθους
της σήψης...
Από
τη μια οι πόλοι, από την άλλη...
Πέρα
όμως από τη κατάσταση του ΠΑΣΟΚ, τόσο η
Ν.Δ. όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, οι δύο πόλοι του
επιχειρούμενου νέου διπολισμού (μήπως
και... δικομματισμού;), δεν είναι κόμματα
με τη συνοχή
που απαιτείται για τη συγκρότηση ενός
συμπαγούς κόμματος εξουσίας σε χώρες
όπως η Ελλάδα.
1.
Η Ν.Δ. διότι βρίσκεται και η ίδια σε φάση
βαθιάς κρίσης σε όλα
τα επίπεδα:
ηγετικό, ιδεολογικό, εσωτερικής συνοχής,
πολιτικού σχεδίου και προγράμματος, με
κυρίαρχες τις φυγόκεντρες τάσεις. Οι
εκλογικοί τακτικισμοί έχουν χρονικό
όριο, το οποίο μπορεί να επιταχυνθεί
ανάλογα με το επόμενο εκλογικό αποτέλεσμα.
Η έκρηξη
όμως είναι αναπόφευκτη – και η ανασύνθεση
σε επίπεδο παράταξης επίσης.
2.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως μια ομοσπονδία τάσεων και
ομάδων με συχνά αποκλίνουσες
ιδεολογικές και πολιτικές καταβολές
και ταυτότητες, επιχειρώντας την
εσπευσμένη διεύρυνσή του, θα αναγκαστεί
σύντομα να διαλέξει
με ποιους θα πάει και ποιους θ' αφήσει.
Η λογική της «πληθυντικής» Αριστεράς
– στο ενδεχόμενο άσκησης της διακυβέρνησης
– θα εγκαταλειφθεί και η στοιχειώδης
ομογενοποίηση
θα καταστεί απολύτως αναγκαία.
Αν και
αυτή είναι η «φωτογραφία της στιγμής»,
τίποτε δεν προδικάζει ότι μακροπρόθεσμα
το σημερινό ρευστό και κερματισμένο
πολιτικό σύστημα μπορεί να επιβιώσει
με αυτή
τη μορφή και αυτούς
τους συσχετισμούς δύναμης.
Η
πολιτική «ομαλότητα» της δανεικής
ευημερίας έχει παρέλθει, ενώ η κρίση
διαρκώς οξύνεται και η πορεία της δεν
αναστρέφεται με τα «αναπτυξιακά»
μαντζούνια
και τα ψίχουλα που διεκδικούν από τη
Μέρκελ ο Ολάντ, το... ΔΝΤ, ο Μπαρόζο, ο
Ρεν, ο Μόντι, ο... Σόρος και λοιποί.
Η μοίρα
χωρών
και
εθνών
δεν κρίνεται μόνο από εξοντωτικά
δημοσιονομικά κριτήρια, ιδιαίτερα όταν
η τρέχουσα κρίση έχει έντονα χαρακτηριστικά
αποδιάρθρωσης
ακόμη και της ευρωζώνης. Η εθνική
οπτική για την πολιτική έχει επιστρέψει
δυναμικά όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά
ακόμη και στον σκληρό πυρήνα
του ευρώ. Δεν είναι τυχαία μια πρόσφατη
διαπίστωση των Financial
Times,
η οποία κοντολογίς περιγράφεται ως
εξής:
Η κρίση
στην Ευρώπη έχει μεταβληθεί σε πολιτική
διότι έχει διαρραγεί το μεταπολεμικό
κοινωνικό
συμβόλαιο
και πλέον οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις
περνούν βαθιά κρίση νομιμοποίησης
αδυνατώντας να εκπληρώσουν τις βασικές
τους υποσχέσεις προς τις κοινωνίες,
ό,τι δηλαδή συγκροτεί τον στοιχειώδη
ρόλο τους. Κατά συνέπεια πέφτουν η μια
μετά την άλλη και το πολιτικό σύστημα
τελεί υπό κατάρρευση χωρίς να είναι
βέβαιο τι
θα το διαδεχθεί και με ποια
χαρακτηριστικά.
Στην
Ελλάδα, όπου, εξ ίσου με την οικονομία,
κυρίαρχη παράμετρος είναι τα εθνικά
ζητήματα,
αυτή η κρίση ίσως είναι όχι μόνο σαρωτική
στο πολιτικό επίπεδο, αλλά και συντριπτική
στο εθνικό. Αυτός είναι ο θανάσιμος
κίνδυνος, αφού στην Ελλάδα προσώρας
παρατηρείται δραματική έλλειψη συνολικών
σχεδίων και οράματος τόσο στο πολιτικό
σύστημα όσο και στο επίπεδο των κινημάτων,
αλλά και των ψευδεπίγραφων
ελίτ...
*
Διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας «Το
Ποντίκι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου