Ξένα funds εισρέουν στη χώρα για να αποκτήσουν μετοχές και περιουσίες σε τιμή ευκαιρίας
Ποιοι έρχονται να αγοράσουν τα «κακά» δάνεια
Από Το Βήμα
Του Άγη Μάρκου
Διερευνητικές επαφές για την πώληση πακέτων μη εξυπηρετούμενων δανείων σε διεθνείς εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο διαχείρισης ληξιπρόθεσμων χρεών έχουν πραγματοποιήσει το τελευταίο διάστημα ελληνικές τράπεζες.
Η άνευ προηγουμένου κρίση που πλήττει την ελληνική οικονομία έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον ξένων funds, τα οποία βρίσκονται στο κατώφλι επιχειρήσεων με προοπτικές ανασύνταξης που βρίσκονται στο «χείλος του γκρεμού» λόγω του υπερδανεισμού τους, αλλά και επισφαλών χορηγήσεων από τη λιανική τραπεζική που μπορεί να αποφέρουν κέρδη.
Το ενδιαφέρον κερδοσκοπικών κεφαλαίων που επενδύουν σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις έχει προκαλέσει η ελληνική περίπτωση προμηνύοντας μια άνευ προηγουμένου αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος στη χώρα μας το επόμενο διάστημα. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν πραγματοποιήσει διερευνητικές επαφές για την πώληση πακέτων μη εξυπηρετούμενων δανείων σε διεθνείς εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο διαχείρισης ληξιπρόθεσμων χρεών.
Πρόκειται για funds τα οποία «κυνηγούν» εταιρικά σχήματα που αν και βρίσκονται στο «χείλος του γκρεμού», διατηρούν προοπτικές ανασύνταξης, αλλά και επισφαλείς χορηγήσεις από τη λιανική τραπεζική που μπορεί να αποφέρουν κέρδη σε όσους τις «αγοράσουν» σε συμφέρουσες τιμές.
Στο πλαίσιο αυτό οι διοικήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων καλούνται να καταστρώσουν τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα για την αντιμετώπιση της ανόδου των καθυστερήσεων και για την ελαχιστοποίηση των απωλειών από δάνεια που παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα εισπραξιμότητας.
Το παράδειγμα της Ιρλανδίας, όπου περιουσιακά στοιχεία ύψους 72 δισ. ευρώ κατέληξαν στην bad bank που δημιουργήθηκε από τις τοπικές αρχές για να ρευστοποιηθούν και να μεταβιβαστούν σε τρίτους, αποτελεί «οδηγό» για τα διεθνή χαρτοφυλάκια που επενδύουν σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και σε προβληματικά στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια.
Όπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα πληρούνται και οι τρεις βασικές προϋποθέσεις που καθιστούν μια αγορά ελκυστική για την προσέλκυση αυτού του είδους των επενδυτών.
Πρώτον, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών έχει διαμορφωθεί σε υψηλά επίπεδα, δεύτερον, η κρίση στην οικονομία δημιουργεί σημαντικά εμπόδια στην είσπραξη των απαιτήσεων και, τρίτον, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος βρίσκονται σε διαδικασία απομόχλευσης του ενεργητικού του και στήριξη των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας.
Καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις αναμένεται να παίξει η έκθεση που ετοιμάζει ο οίκος Blackrock για τις επισφάλειες, βάσει της οποίας κάθε πιστωτικό ίδρυμα θα αναγκαστεί να λάβει συγκεκριμένου ύψους προβλέψεις, έπειτα από υπόδειξη της Τράπεζας της Ελλάδος, για όσες απαιτήσεις κριθεί ότι είναι οριστικά χαμένες.
Ορισμένοι τοποθετούν το συνολικό ύψος των ζημιών στα 10 δισ. ευρώ, τα οποία θα επιβαρύνουν τα αποτελέσματα της επόμενης χρήσης. Στελέχη της αγοράς τονίζουν ότι μετά τη διαγραφή των δανείων θα ξεκινήσει η «μάχη» για τον περιορισμό αυτών των απωλειών, γεγονός που αναμένεται να προσελκύσει διεθνή κεφάλαια που αναζητούν αυτού του είδους τις «ευκαιρίες».
Εφόσον οι προβλέψεις αυτές επαληθευτούν, τους επόμενους μήνες δεν θα είναι λίγες οι εταιρείες με υψηλά χρέη που θα καταλήξουν στα χέρια funds, τα οποία θα επιχειρήσουν να τις ανασυγκροτήσουν για να τις πωλήσουν εν συνεχεία τμηματικά ή ολόκληρες σε νέους μετόχους.
Δύο κατηγορίες δανείων
Οι τράπεζες θα διαχωρίσουν τα δάνειά τους σε δύο κατηγορίες: σε αυτά που αφορούν απαιτήσεις που μπορούν να εισπραχθούν από τους μηχανισμούς που διατηρούν οι ίδιες και σε εκείνα για τα οποία το κόστος αναπλήρωσης μέρους των ζημιών είναι απαγορευτικό. Τα δάνεια της δεύτερης περίπτωσης είναι υποψήφια προς πώληση υπό τη μορφή πακέτου στις εξειδικευμένες εταιρείες που προαναφέρθηκαν.
Με τον τρόπο αυτόν τα πιστωτικά ιδρύματα εξασφαλίζουν άμεσα ένα ποσοστό της απαίτησής τους πετυχαίνοντας βελτίωση του δείκτη Core Tier 1, η ενίσχυση του οποίου σε όσο το δυνατόν υψηλότερα επίπεδα αποτελεί πρώτη προτεραιότητα αυτή την περίοδο.
Στις ανεπτυγμένες αγορές οι εταιρείες διαχείρισης χρεών είναι διατεθειμένες να πληρώσουν από 3% ως 40% επί της αξίας των οφειλών που «αγοράζουν», ωστόσο στην πλειονότητα των περιπτώσεων το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 12% και 18%.
Ο κανόνας είναι ότι όσο πιο εύκολα μπορεί να εισπραχθεί μια απαίτηση τόσο πιο υψηλό είναι και το τίμημα που καταβάλλεται στην τράπεζα. Εν συνεχεία η εταιρεία που απέκτησε το δάνειο καλείται να εισπράξει όσο το δυνατόν περισσότερα εντός ενός διαστήματος που μπορεί να φτάσει ως και τα 5 έτη.
Η πλειονότητα των υπό εξέταση επιχειρήσεων ασχολούνται με στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, καθώς και με χορηγήσεις προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ άλλα funds επενδύουν σε εταιρείες μεγαλύτερου μεγέθους. Μόλις γίνει η μεταβίβαση ενός δανείου, η ελληνική νομοθεσία ορίζει ρητά ότι πρέπει να ενημερωθεί γραπτώς ο οφειλέτης.
Στις περιπτώσεις των φυσικών προσώπων, η είσπραξη των χρεών μπορεί να γίνει είτε με μηχανισμό του «αγοραστή» τους ή θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία με κάποιον τρίτο, για παράδειγμα μια εισπρακτική εταιρεία που λειτουργεί στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες δεοντολογίας που διέπουν τη λειτουργία των «κυνηγών οφειλών».
Συνέχεια στις ρυθμίσεις
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι έχουν δυσκολίες στην αποπληρωμή των δόσεών τους θα καταλήξουν να χρωστούν σε κάποιο hedge fund αντί της τράπεζας από την οποία είχαν αρχικώς δανειστεί. Τα πιστωτικά ιδρύματα θα συνεχίσουν τις ρυθμίσεις δανείων με στόχο να καταστήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα από αυτά εξυπηρετήσιμα.
Σε κάθε περίπτωση, δεν αναμένουν βελτίωση της κατάστασης τουλάχιστον ως και την επόμενη χρονιά, καθώς η ύφεση θα συνεχίζεται, η ανεργία θα αυξάνεται και τα εισοδήματα θα περιορίζονται. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένουν το επόμενο διάστημα ένα νέο «κύμα» ρυθμίσεων των δανείων που χορηγήθηκαν στο παρελθόν.
Οι βασικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η επιμήκυνση της διάρκειας εξόφλησης του δανείου, η παροχή μιας περιόδου χάριτος πληρωμής μόνο τόκων ή μηδενικών καταβολών ή συνδυασμός των λύσεων αυτών.
Από την άλλη πλευρά, σε ακραίες περιπτώσεις, είναι πιθανή η διαγραφή μέρους του χρέους ενός δανειολήπτη, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο τελευταίος θα είναι σε θέση να αποπληρώσει την εναπομένουσα οφειλή συν τους τόκους. Αύξηση των προσφυγών από δανειολήπτες με υψηλά χρέη αναμένεται και στα ειρηνοδικεία, όπου επιδιώκεται η δικαστική διευθέτηση χρεών, όταν δεν έχει προηγουμένως καταστεί εφικτή η συνεννόηση μεταξύ της τράπεζας και του οφειλέτη.
Δάνεια 4 τρισ. ευρώ στην Ευρώπη
Το μέγεθος των υπολοίπων των εταιρικών δανείων και ομολόγων στην Ευρώπη έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον εταιρειών διαχείρισης χρεών από όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor's μέσα στην επόμενη τετραετία οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα πρέπει να αποπληρώσουν οφειλές αξίας 4 τρισ. ευρώ.
Είναι φυσιολογικό κάποιες από αυτές να μην μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε επενδυτές χρέους. Σύμφωνα με αναλυτές, δεν είναι λίγες οι εταιρείες στη Γηραιά Ήπειρο που ζητούν αναχρηματοδότηση των δανείων τους, ωστόσο βρίσκουν τις πόρτες των τραπεζών κλειστές.
Με δεδομένη την αύξηση του κόστους χρήματος για τα πιστωτικά ιδρύματα και την ανάγκη για ενίσχυση του δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας λόγω της κρίσης χρέους που βρίσκεται σε εξέλιξη, οι τράπεζες είναι πιο προσεκτικές στις χορηγήσεις τους, ενώ πολλές από αυτές έχουν μπει σε διαδικασία μείωσης του ενεργητικού τους.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει συλλέξει το πρακτορείο Bloomberg, οι τράπεζες σε Γαλλία, Βρετανία, Ιρλανδία, Γερμανία και Ισπανία έχουν ανακοινώσει σχέδια για απομόχλευση των ισολογισμών τους κατά 775 δισ. ευρώ.
Ένας από τους κορυφαίους στον κόσμο επενδυτές σε ληξιπρόθεσμα χρέη, η εταιρεία Leon Black of Apollo Global Management, εκτιμά ότι το ποσό αυτό μπορεί να διπλασιαστεί και να φτάσει τα 1,5 τρισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια. Το γεγονός αυτό αναμένεται να δώσει «χώρο» για τη δραστηριοποίηση distressed funds.
Όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα των «Financial Times», η κρίση χρέους που πλήττει τα τελευταία δύο χρόνια την ευρωζώνη έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον αμερικανικών εταιρειών για την αγορά πακέτων «κακών» δανείων.
Ορισμένες από αυτές, όπως η Baupost και η Centerbridge, ίδρυσαν γραφεία στο Λονδίνο, ενώ άλλες όπως οι Oaktree Caπtal, Carlyle, Cerberus, KKR και Apollo έχουν αυξήσει τις εργασίες τους στην Ευρώπη. Τα παραδείγματα εταιρειών που αύξησαν το «άνοιγμά» τους το τελευταίο διάστημα είναι ενδεικτικά των ευκαιριών που παρουσιάζονται στην Ευρώπη.
Η Strategic Value Partners έχει επενδύσει μόνο μέσα στο 2011 1 δισ. ευρώ σε χρέη ευρωπαϊκών εταιρειών, ενώ είναι πολύ κοντά στο να καταστεί ο μεγαλύτερος μέτοχος στη γερμανική κατασκευαστική εταιρεία Pfleiderer, η οποία χρεοκόπησε λόγω της πιστωτικής κρίσης.
Από τις αρχές του 2010 τα funds που επενδύουν σε ληξιπρόθεσμες οφειλές έχουν συγκεντρώσει κεφάλαια πάνω από 7,4 δισ. ευρώ, επίπεδο που αποτελεί ρεκόρ. Αυτή τη στιγμή περισσότερα από 10 funds βρίσκονται σε διαδικασία άντλησης κεφαλαίων ύψους 9 δισ. ευρώ, για να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που θα προκύψουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου