Από τους Financial Times (via Euro2day)
Του Chris Giles
«Αν το ευρώ καταρρεύσει, τότε θα καταρρεύσει και η Ευρώπη» δήλωσε η κ. Angela Merkel στη γερμανική Βουλή, σε μια ξεκάθαρη υπεράσπιση του ευρώ, την οποία μοιράζονται κι άλλοι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης. Με τέτοιο επίπεδο πολιτικών κεφαλαίων επενδυμένο στο ευρώ, το ενιαίο νόμισμα έχει πολλές πιθανότητες να επιβιώσει.
Όμως, η φράση που δεν φεύγει από τα στόματα επενδυτών και ορισμένων Ευρωπαίων πολιτικών, τελευταία, είναι το ελληνικό χρεοστάσιο. Και οι F.T. επιχειρούν μια περιγραφή – όχι πρόβλεψη: περιγραφή – του τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο.
Κατ' αρχάς να πούμε ότι το Plan A, τουλάχιστον όσον αφορά στις ευρωπαϊκές αρχές, είναι να εφαρμοστεί η συμφωνία της 21ης Ιουλίου. Εν τω μεταξύ, όμως, θα μπορούσαν να πάνε στραβά αρκετά πράγματα – όπως οι απρόβλεπτες επιπτώσεις γεγονότων που εξελίσσονται μέσα στην κρίση. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα θα μπορούσε να κηρύξει χρεοστάσιο. Μια κοσμογονική απόφαση να μην εξυπηρετήσει τα χρέη της – που οφείλει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε τράπεζες και στον ιδιωτικό τομέα – που θα έδινε το έναυσμα σε μια εναλλακτική και δυνητικά επικίνδυνη αλληλουχία γεγονότων.
Επειδή η Αθήνα εξακολουθεί να μην μπορεί να εξασφαλίσει αρκετά φοροέσοδα για να χρηματοδοτήσει τις δημόσιες υπηρεσίες, θα αδυνατούσε να πληρώσει όλους τους εσωτερικούς λογαριασμούς. Δημόσιοι υπάλληλοι πιθανόν να μείνουν απλήρωτοι, κοινωνικά επιδόματα να μην αποδοθούν. Το σοκ του χρεοστασίου και η έλλειψη χρημάτων θα έστελναν στα τάρταρα την οικονομία.
Καθώς θα ξεμένει το ελληνικό κράτος από χρήμα, οι τράπεζες της χώρας θα έρθουν αντιμέτωπες με την κατάρρευση, επειδή οι τοποθετήσεις τους σε εγχώρια κρατικά ομόλογα θα υποστούν σοβαρή απομείωση. Η ΕΚΤ δεν θα αποδέχεται χρεοκοπημένα ομόλογα ως εγγύηση για να δανείζει τις τράπεζες, αφού η αξία τους θα είναι ελάχιστη.
Η διακοπή λειτουργίας, έστω προσωρινή, του συστήματος πληρωμών και των ΑΤΜ θα πολλαπλασιάσει τα προβλήματα. Για να ξαναξεκινήσει μια ομαλή οικονομική ζωή, η Ελλάδα θα πρέπει να επανακεφαλαιοποιεί τις τράπεζές της και να ισοσκελίζει τα βιβλία της σε καθημερινή βάση. Αν οι πιστωτές εμφανίζονταν πρόθυμοι να δανείσουν φρέσκο χρήμα στην Αθήνα, οι άμεσες επιπτώσεις θα σταματούσαν εκεί. Όμως, το να βρεις νέους πιστωτές μετά το χρεοστάσιο δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Η εναλλακτική λύση θα ήταν να αποκατασταθεί η δυνατότητα της Ελλάδας να δημιουργεί χρήμα για να πληρώσει τους λογαριασμούς της – και αυτό θα προϋπέθετε να εξέλθει από το ευρώ και να επανακαθιερωθεί η δυνατότητα της κεντρικής τράπεζας να τυπώνει χρήμα.
Οι επιπτώσεις οποιουδήποτε χρεοστασίου δεν θα περιορίζονταν στην Ελλάδα, όμως, αφού οι επενδυτές θα έβαζαν τον επόμενο στόχο. Σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν μεγάλες ζημίες, τα ευρώ θα έφευγαν από τις χώρες που θεωρούνται επικίνδυνες προς όσες θεωρούνται ασφαλείς. Τα ποσά που «παίζονται» είναι τεράστια και οι εκροές θα μείωναν την αξία των ομολόγων των «επικίνδυνων» κρατών. Η βύθιση στις τιμές ομολόγων θα υπονόμευε ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη στις οικονομίες της ευρωζώνης και πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες.
Η περαιτέρω επιβράδυνση θα πολλαπλασίαζε τις επιπτώσεις αυτού του ντόμινο. Αν και η Ε.Κ. έχει τα απαραίτητα πυρομαχικά να χρηματοδοτεί τράπεζες της ευρωζώνης, εφόσον είναι υγιείς, μια οικονομική επανατοποθέτηση λόγω ντόμινο θα ήταν τόσο σοβαρή ώστε κι άλλες χώρες θα υποχρεώνονταν να δανειστούν περισσότερο και με ακόμη πιο παράλογους όρους. Κι άλλες χώρες θα αποφάσιζαν, έτσι, να κηρύξουν χρεοστάσιο.
Αν μια χώρα έφευγε από το ευρώ, θα αυξάνονταν οι φόβοι ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι, δημιουργώντας συναλλαγματικούς κινδύνους σε όλη την ευρωζώνη: Το έξυπνο χρήμα θα «πέταγε» από την Τοσκάνη, λόγου χάρη, προς τη Βαυαρία, αν η Ιταλία εγκατέλειπε το ευρώ. Η ΕΚΤ και σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσε να δράσει σαν «ρελέ ασφαλείας», αλλά και πάλι αυτό θα απαιτούσε ομόφωνη συμφωνία σε όλη την ευρωζώνη, πράγμα που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα.
Οπότε κι άλλες χώρες θα κατέληγαν να μην έχουν άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσουν την Ελλάδα εξερχόμενες από το ενιαίο νόμισμα, που τότε πιθανόν να κατέρρεε.
Καμία από αυτές τις εξελίξεις δεν είναι αναπόφευκτη. Είναι τόσο αδυσώπητα όμως τα κενά που υπάρχουν στο σύστημα, ώστε πρέπει όλοι να έχουν γνώση των μεγάλων κινδύνων που ελλοχεύουν. Αν η Αθήνα κηρύξει χρεοστάσιο, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να καταρρεύσουν και το ευρώ και η Ευρώπη.
ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
1. Ο θάνατος ενός ενιαίου νομίσματος
Η διαμάχη Γαλλίας - Γερμανίας πιέζει το νεοσύστατο ενιαίο νόμισμα και η Ιταλία προσπαθεί να τους βάλει όλους να επιδοτήσουν τη χρόνια δημοσιονομική ασυδοσία της. Σας θυμίζει κάτι; Μήπως τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870-71 και την «πρωτοβουλία» της Ιταλίας να τυπώσει χαρτονόμισμα αντί να κόψει ασημένιο νόμισμα;
Βρισκόμαστε στο 1865 και η Λατινική Νομισματική Ένωση συνενώνει τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ελβετία και την Ιταλία, σε μια προσπάθεια επισημοποίησης της μακράς παράδοσης, που ήθελε τις τέσσερις χώρες να χρησιμοποιούν το νομισματικό σύστημα δύο μετάλλων της Γαλλίας. Τα νομίσματα κόβονταν σε άργυρο ή χρυσό και η συναλλαγματική ισοτιμία των δύο μετάλλων καθοριζόταν βάσει νόμου.
Όμως, η ένωση υπέστη το αιώνιο πρόβλημα των διμεταλλικών συστημάτων: Οποιοσδήποτε μπορούσε να εκμεταλλευτεί τη διαφορά ανάμεσα στον καθορισμένο συντελεστή των τιμών του χρυσού έναντι των τιμών του αργύρου και στην πραγματική αξία τους στην αγορά, λιώνοντας τα νομίσματα όποιου μετάλλου ήταν υποτιμημένο και πουλώντας το αποτέλεσμα. Ανοήτως, η ένωση δεν προέβλεψε επίσης την απαγόρευση της εκτύπωσης τραπεζογραμματίων με βάση το μεταλλικό νόμισμα.
Η Γαλλία προσέφυγε προσωρινά και σε χαρτονομίσματα για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο με την Πρωσία και η Ιταλία έκανε κάτι ανάλογο συνέχεια – υποχρεώνοντας ουσιαστικά τα άλλα μέλη της ένωσης να υποστούν τμήμα του κόστους της δημοσιονομικής ασυδοσίας της, εκδίδοντας χαρτονομίσματα με την εγγύηση των δικών τους νομισμάτων.
Αν και η ένωση επιβίωσε μέχρι το 1925, στην πραγματικότητα... σκοτώθηκε από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Για να πληρώσουν τη διαμάχη, τα μέλη τύπωσαν χαρτονομίσματα που ίσχυαν μόνο στη χώρα που τα τύπωνε. Πολλά ασημένια νομίσματα κατέληξαν να λιώσουν ή να εξαχθούν στην αξία του μετάλλου.
Alan Beattie
2. Η στάση πληρωμών της Αργεντινής
Η Αργεντινή κήρυξε στάση πληρωμών σε 100 δισ. δολ. τον Δεκέμβριο του 2001 που ήταν καταστροφική για τη χώρα, αλλά όχι απαραιτήτως για τον πληθυσμό.
Οι μισθοί του Δημοσίου συνέχισαν να πληρώνονται, αν και εν μέρει με τα αποκαλούμενα «κουπόνια» τα οποία κυκλοφορούσαν ήδη επί μήνες, καθώς έλειπαν τα πέσος από την αγορά. Η ηλεκτροδότηση συνεχίστηκε και στα σούπερ μάρκετ υπήρχαν αγαθά. Ο κόσμος δυσκολευόταν να πληρώσει, αλλά αυτό οφειλόταν μάλλον στην απόφαση της κυβέρνησης, τρεις εβδομάδες πριν, να περιορίσει τις αναλήψεις, και όχι στο χρεοστάσιο.
Εκείνο το μέτρο προκάλεσε μεγάλες ουρές στα ΑΤΜ που άδειαζαν αμέσως, διαδηλώσεις με θύμα και πρωτοφανή πολιτική αναστάτωση. Το χάος επιδεινώθηκε τον Ιανουάριο του 2002, όταν η άγρια υποτίμηση έληξε την τεχνική σύνδεση του πέσο με το δολάριο.
Αντιδρώντας, καθώς το 40% του πληθυσμού βούλιαζε στη φτώχεια και άτομα της πρώην μεσαίας τάξης έψαχναν στα σκουπίδια για φαγητό, η κυβέρνηση πάγωσε τα τέλη στις κοινωφελείς επιχειρήσεις και επιδότησε τις δημόσιες μεταφορές. Επίσης, αύξησε τα έσοδα βάζοντας μεγάλους φόρους στις εξαγωγές, που παραμένουν και σήμερα βασική πηγή εσόδων.
Με τη χώρα αποκομμένη από τις διεθνείς πιστώσεις επί μία δεκαετία, ο Hugo Chávez της Βενεζουέλας παρενέβη ως πιστωτής, αλλά επέβαλε πολύ υψηλά επιτόκια, που πρόσφεραν πρόσκαιρη ανακούφιση μόνο. Με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, η Αργεντινή επέπλευσε και εν τέλει το Μπουένος Άιρες άρχισε να αναζητεί εσωτερικούς πόρους: Κρατικοποιήθηκαν τα συνταξιοδοτικά ταμεία το 2008 και, από πέρυσι, τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας χρησιμοποιούνται για αποπληρωμή χρεών.
Η Αργεντινή άνοιξε τον δρόμο της επιστροφής στις διεθνείς αγορές ομολόγων, χρησιμοποιώντας δύο swaps το 2005 και το 2010 για την αναδιοργάνωση του 92% του χρέους που είχε κηρύξει στάση πληρωμών, αν και εξακολουθεί να χρωστά 7 δισ. δολ. σε 19 κυβερνήσεις του Paris Club.
Jude Webber
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου