Aπό τον Κόσμο του Επενδυτή
Του Λάμπρου Καλαρύτη
Η κρίση χρέους της Ελλάδας αποτέλεσε αφορμή για τις επικείμενες εκτεταμένες αλλαγές στη λειτουργία της Ε.Ε., οι οποίες, όπως όλα δείχνουν, θα οδηγήσουν στην επόμενη φάση της ενοποίησης, αλλά και για παρεμβάσεις με τις οποίες θα επιχειρηθεί έλεγχος των αγορών και περιορισμός των κερδοσκοπικών παιχνιδιών εις βάρος κρατών.
Επειδή η πρώτη φάση της κρίσης ξεκίνησε από τις ΗΠΑ με τα ομόλογα επισφαλών ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων και η δεύτερη φάση της εκδηλώθηκε με το σπεκουλάρισμα στο χρέος της Ελλάδας προκειμένου να χτυπηθεί το ευρώ, έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον ορισμένα στοιχεία, από την Ουάσιγκτον, για τον περίεργο ρόλο των οίκων αξιολόγησης...
Πρόκειται για τους ίδιους οίκους που πρωταγωνίστησαν στην κρίση των ακινήτων στις ΗΠΑ και κατόπιν στις υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών τραπεζών συμβάλλοντας στην αύξηση των spreads και στο κερδοσκοπικό παιχνίδι που στήθηκε τους τελευταίους μήνες.
Επειδή ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο δικαστικής προσφυγής της Ελλάδας κατά όσων κερδοσκόπησαν στο ελληνικό χρέος, είναι άκρως διαφωτιστική και προφανώς χρήσιμη για τις ελληνικές Αρχές η τοποθέτηση του Δημοκρατικού Γερουσιαστή Κάρλ Λέβιν της Πολιτείας Μίσιγκαν, ο οποίος προΐσταται της Γερουσιαστικής Μόνιμη Υποεπιτροπή Ερευνών, της Επιτροπής Εθνικής Ασφάλειας, η οποία διερευνά τον ρόλο που διαδραμάτισαν στην κρίση, επιχειρήσεις, τράπεζες, πρόσωπα, θεσμοί και εν γένει όσοι καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενεπλάκησαν στα γεγονότα που οδήγησαν στην κατάσταση την οποία η Επιτροπή περιγράφει ως εξής:
«Η οικονομική κρίση δεν ήταν θεομηνία. Ήταν κατά μέτωπο οικονομική επίθεση, διαπράχθηκε από ανθρώπους και στοίχισε σε εκατομμύρια συνανθρώπους την δουλειά τους, εξανέμισε δισεκατομμύρια δολάρια των αποταμιευτών και έσπρωξε την χώρα μας στην χειρότερη οικονομική καταστροφή από την εποχή του 1930».
Σημαδεμένα χαρτιά
Ο Καρλ Λέβιν περιγράφει με αποκαλυπτικό και γλαφυρό τρόπο τον ρόλο των επενδυτικών τραπεζών αλλά και των οίκων αξιολόγησης, χωρίς τη συμβολή των οποίων η πυραμίδα των στεγαστικών δεν θα μπορούσε να έχει στηθεί. Όπως δεν θα μπορούσε να οργανωθεί και η κερδοσκοπική επίθεση κατά της Ελλάδος. Αφού τονίζει ότι η εμπιστοσύνη στους οίκους αξιολόγησης «εξανεμίστηκε πια», σημειώνει:
«(...) Χρησιμοποιήσαμε σαν παράδειγμα τις δύο μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες αξιολόγησης, τη Moody’s και την Standard & Poor. Εξετάσαμε την βαθμολογία που έδωσαν στα χρεόγραφα που φούντωσαν την οικονομική κρίση. Ήταν δηλαδή τα χρεόγραφα που είχαν αντίκρισμα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, τα RMBS (Residential Mortgage Backed Securities), καθώς και τα χρεόγραφα με συλλογικό εμπράγματο αντίκρισμα, τα CDO (Collateralized Debt Obligations).
Η έρευνά μας διαπίστωσε ότι οι εταιρείες αξιολόγησης αξιοπιστίας επέτρεψαν στη Γουόλ Στριτ να επηρεάσει τις αναλύσεις τους, την αντικειμενικότητά τους και την καλή τους φήμη ότι προσφέρουν ασφάλεια. Και το έκαναν αυτό για να βγάλουν μεγαλύτερες αμοιβές. Οι εταιρείες αξιολόγησης λειτουργούσαν μέσα σε ένα κλίμα καταφανούς σύγκρουσης συμφερόντων, γιατί οι αμοιβές τους προέρχονταν από τις χρηματομεσιτικές εταιρείες που ήθελαν ευνοϊκό πόρισμα για τα χρεόγραφά τους, ώστε να μπορέσουν να τα πουλήσουν.
Είναι σαν να πηγαίνεις στο δικαστήριο για να βρεις το δίκιο σου, αλλά ο μισθός του δικαστή πληρώνεται από τον αντίδικό σου. Ή πηγαίνεις στο ποδόσφαιρο και περιμένεις έντιμη διαιτησία, αλλά τον μισθό του διαιτητή τον πληρώνει η αντίπαλη ομάδα...
Τα τελευταία δέκα χρόνια η Γουόλ Στριτ εξέδιδε όλο και πιο πολύπλοκα χρεόγραφα προς πώληση σε επενδυτές...Τα λεγόμενα "δομημένα επενδυτικά προϊόντα" είναι τόσο δυσνόητα, που οι επενδυτές αναγκάζονταν να βασιστούν υπερβολικά στην βαθμολογία αξιοπιστίας των χρεογράφων αυτών για να αποφασίσουν αν θα τα αγοράσουν ή όχι...
Αν δεν υπήρχαν οι (δύο - τρεις μεγάλες) εταιρείες αξιολόγησης και βαθμολόγησης αξιοπιστίας χρεογράφων, οι χρηματιστηριακές εταιρείες της Γουόλ Στριτ θα είχαν δυσκολευτεί πολύ να πουλήσουν τα "προϊόντα" τους αυτά, γιατί ο κάθε επενδυτής θα αναγκαζόταν να βασιστεί μόνο στην προσωπική του ικανότητα να κρίνει την αξιοπιστία των προσφερόμενων στην αγορά χρεογράφων.
Η παραμόρφωση της αγοράς προχώρησε σε σημείο που οι χρηματιστηριακές εταιρείες "σχεδίαζαν" χρεόγραφα κατά παραγγελία βάζοντας στο πακέτο αντικρίσματος μερικά ασφαλή ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και πολλά χαμηλής ποιότητας... Όταν οι εταιρείες αξιολόγησης αξιοπιστίας άρχισαν να βαθμολογούν με ΑΑΑ τέτοια χρεόγραφα, η ζήτηση αυξήθηκε τόσο, που οι μεσίτες δεν πρόφταιναν να πουλάνε...».
Έξοδος στις αγορές
Με βάση τα παραπάνω, αλλά και πλήθος άλλων στοιχείων που ήδη έχει συλλέξει η Επιτροπή, η οποία θα παραδώσει το πόρισμά της στο τέλος του έτους, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τι έγινε και στην ελληνική περίπτωση. Δεν μπορεί πάντως να παραβλέψει κάποιος ότι μόλις τον περασμένο Οκτώβριο, μεσούσης της κρίσης, η Ε.Ε. όρισε επισήμως τους τρεις μεγάλους οίκους (Moody’s, S&P, Fitch) αρμόδιους για την αξιολόγηση του χρέους των κρατών μελών...
Είναι ζήτημα πολιτικής επιλογής και συμμαχιών για το πώς θα κινηθεί η ελληνική κυβέρνηση όσον αφορά στο ενδεχόμενο δικαστικής προσφυγής. Επειδή στόχος της χώρας είναι να ξαναβγεί στις αγορές για δανεισμό το συντομότερο δυνατόν και με δεδομένο ότι μπροστά της πάλι τους ίδιους οίκους θα βρει, έχουν σημασία οι όροι που θα έχουν διαμορφωθεί στην επόμενη συνάντηση.
Γερουσιαστής Καρλ Λέβιν:
Τα «σκουπίδια»
που έγιναν ευκαιρίες
«Χρεόγραφα με αντίκρισμα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, τα RMBS, είναι ένα από τα παλιότερα είδη δομημένων χρεογράφων. Για να εκδώσουν τέτοια "χαρτιά", συγκεντρώνουν σε πακέτο πολλά στεγαστικά δάνεια, υπολογίζουν το συνολικό εισόδημα που παράγει το κάθε συγκεκριμένο πακέτο και κατόπι μοιράζουν το εισόδημα αυτό σε μερίδες που τις ονομάζουν "tranches".
Δηλαδή δεν πρόκειται για πακέτα ενυπόθηκων δανείων, αλλά απλώς για μερίδια εισοδήματος από το "ρεύμα" εισοδήματος που "τρέχει" από το συνολικό πακέτο δανείων.Κάθε "tranche" αποτελεί το αντίκρισμα ενός χρεογράφου που εκδίδεται, βαθμολογείται από τις εταιρείες αξιολόγησης αξιοπιστίας, και ρίχνεται στην ελεύθερη αγορά των επενδυτών.
* Τα πρώτα στην σειρά "tranches" αντιπροσωπεύουν τα ασφαλέστερα δάνεια του συγκεκριμένου πακέτου, γιατί είναι διαλεγμένα να ανήκουν στους πιο αξιόπιστους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων και βαθμολογούνται με 3Α.
* Τα επόμενα "tranches" είναι κάπως πιο επισφαλή και έχουν χαμηλότερη βαθμολογία.
* Τα τελευταία είναι εντελώς επισφαλή, έχουν πολύ χαμηλή βαθμολογία και οι αγοραστές τους παίρνουν μερίδιο από το συνολικό κέρδος του πακέτου μόνο αφού πληρωθούν πρώτα τα υψηλόβαθμα «tranches».
Η Γουόλ Στριτ όμως δεν σταμάτησε στο σημείο αυτό. Ξαναγόραζε κάποια από αυτά τα δομημένα χρεόγραφα που είχαν έμμεσο αντίκρισμα σε ενυπόθηκα δάνεια και που είχαν ήδη πουληθεί νωρίτερα, τα ξαναπακετάριζε και τα βάφτιζε CDO, δηλαδή Χρεόγραφα Συλλογικού Εμπράγματου Αντικρίσματος. Ένα τέτοιο χρεόγραφο μπορούσε να περιέχει "χαρτιά" από 100 διαφορετικά προηγούμενα "tranches" που ήταν βαθμολογημένα από τις εταιρείες αξιολόγησης σαν 3Β.
Μπορούσε όμως συχνά και να περιέχει και άλλα "χαρτιά", όπως ομόλογα κάποιων εταιρειών, ή και ομόλογα ανταλλαγής χρεοκοπημένων χρεογράφων με άλλα. Οι εταιρείες της Γουόλ Στριτ δημιούργησαν και τρίτο όροφο χρεογράφων που τα ονομάσανε "συνθετικά CDO" και τα οποία δεν περιείχαν κανένα πλέον αντίκρισμα. Ακόμη και αυτά όμως τα κόβανε σε "tranches", δηλαδή μερίδες, και εξέδιδαν νέα χρεόγραφα με βάση τα "tranches", έβαζαν τις εταιρείες αξιολόγησης να τα βαθμολογήσουν ακόμα και ΑΑΑ, και κατόπιν τα πουλούσαν σε επενδυτές».
Τα e- mail που έκαψαν τους βαθμολογητές
«Υπάρχουν email που αντάλλαξαν βαθμολογητές της Moody’s με την επενδυτική εταιρεία Merrill Lynch. H Moody’s ζητούσε μεγαλύτερη αμοιβή, και η Merrill Lynch απαντούσε:
"Συμφωνούμε για την αναθεωρημένη αμοιβή σας στη συγκεκριμένη δοσοληψία, αλλά με τον όρο ότι θα συνεργαστείτε καλύτερα μαζί μας στο μέλλον, ώστε να τα βρούμε για την αμοιβή σας αναλογικά με τη βαθμολογία σας"».
«Ο βαθμολογητής της S&P, σ' ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που κατασχέθηκε και βρίσκεται τώρα στα χέρια της γερουσιαστικής επιτροπής, γράφει:
"Δεν βλέπω για ποιο λόγο πρέπει να ανεχθούμε την απροθυμία της τράπεζας να συνεργαστεί. Το χρεόγραφό της κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται να επιβιώσει".
Παρά τη γνωμοδότηση του υπαλλήλου, και η Moody’s και η S&P βαθμολόγησαν το επίμαχο χρεόγραφο με ΑΑΑ και εισέπραξαν την αμοιβή. Αυτά τον Απρίλιο του 2007. Έξι μήνες αργότερα το υποβίβασαν και το χρεόγραφο αποσύρθηκε...»
* Το ρεπορτάζ είναι και δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Κόσμος του Επενδυτή»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου