Από την Καθημερινή
Της Ζέζας Ζήκου
Την ίδια ώρα που το Βερολίνο άφηνε στην τύχη της την Ελλάδα, προωθούσε τον επανασχεδιασμό της Ευρωζώνης. Η ιδέα μιας νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής που θα μπορούσε να διασφαλίσει την αποφυγή της επανάληψης μιας παρόμοιας κρίσης, συμφωνήθηκε στις Βρυξέλλες.
Ο ρόλος της Ελλάδας, όμως, ως «χρήσιμου θύματος» ήδη έχει αποβεί ολέθριος για τη χώρα μας και είναι εξαιρετικά επικίνδυνο το γεγονός. Ο Σαρκοζί πλήρωσε την άνευ όρων προσχώρηση της Γαλλίας στη γερμανική στρατηγική «επανίδρυσης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τώρα η Μαρίν Λεπέν εκδικείται. Υπερασπίζεται με πάθος μια Γαλλία χωρίς το ευρώ του Βερολίνου. Είναι επικίνδυνη.
Και το χειρότερο, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές στη Le Monde, «το στοίχημα που κέρδισε ο Σαρκοζί το 2007 (να κερδίσει τις ψήφους της ακροδεξιάς) έχει φτάσει, πέντε χρόνια αργότερα, στα όριά του. Υιοθετώντας τις θέσεις του Εθνικού Μετώπου εξαπατώντας τους δικούς του ψηφοφόρους, οδήγησε τους ψηφοφόρους της πιο σκληρής Δεξιάς πίσω στο πατρικό τους σπίτι. Πιστεύω ότι πρέπει να μιλήσουμε αμέσως για τον κίνδυνο που ενέχει για τη δημοκρατία μια πολιτική που εμπνέεται από τις θέσεις της άκρας Δεξιάς».
«Ο Σαρκό θα προσπαθήσει να προσεταιριστεί τους ψηφοφόρους του Εθνικού Μετώπου και αυτό θα είναι τρομακτικό. Θα χαϊδέψει τα πιο πρωτόγονα ένστικτα: τον φόβο, την απόρριψη του ξένου κ.λπ. Δεν θα αυτολογοκριθεί όπως στον πρώτο γύρο. Το ερώτημα είναι: οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι της Δεξιάς (του Ντε Γκωλ, του Σιράκ) θα δεχθούν να χάσουν την ψυχή τους, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν τη δίψα του Σαρκό για εξουσία;», ένα σχόλιο αναγνώστη στη Le Monde. Να δούμε...
Ένας νοσηρός άνεμος συντηρητισμού σαρώνει στην Ευρώπη. Ήλπιζαν οι δυστυχείς λαοί ότι θα επωφελούνταν από μια γενναιόδωρη αντίδραση που θα τους έβγαζε από την κόλαση της τραπεζικής κρίσης και της ανεργίας, για να ανακαλύψουν ότι η Μέρκελ με τον Σαρκοζί και τους λοιπούς... προτιμούν να καθηλώσουν τις χώρες σε δημοσιονομική πειθαρχία με επώδυνες κοινωνικές συνέπειες για τους πολλούς και με ενδημικές κοινωνικές κρίσεις.
Οι μικροί ηγέτες - λογιστές, που πάντα μισούν τις ανατροπές των σχεδίων τους και τις αναστατώσεις, ευνοήθηκαν, εκμεταλλευόμενοι τους φόβους που έχουν ενσταλάξει οι πρωτοφανείς συνθήκες κρίσης στην Ευρώπη, παρόμοιες μόνο με αυτές του Μεσοπολέμου, και έδρασαν.
Κρίθηκε πως δεν χρειάζεται να δίνεται οικονομική βοήθεια σε χώρες, τα χρέη των οποίων παύουν πλέον να είναι βιώσιμα μακροπρόθεσμα. Όταν φτάνουμε σε αυτό το σημείο, η μεγάλη αναδιάρθρωση των χρεών είναι αναπόφευκτη, εξαιτίας της απαγόρευσης της ανάληψης του χρέους μιας χώρας από άλλη χώρα – απαγόρευση η οποία περιλαμβάνεται στις συνθήκες.
Κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για τα δικά του χρέη. Και τα εθνικά χρέη δεν μπορούν να γίνουν ευρωπαϊκά. Με βάση τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν, τις αρχές των Συνθηκών αλλά και όσον αφορά τις επιταγές του Συντάγματος της Γερμανίας, ο «εξευρωπαϊσμός» των εθνικών χρεών θα ισοδυναμούσε με διάβαση του Ρουβίκωνα.
Εκ πρώτης όψεως, το ευρώ φαίνεται να είναι σταθερό νόμισμα. Ως προς την εξωτερική συναλλαγματική του αξία, σε σχέση με το δολάριο, είναι ισχυρότερο σήμερα απ’ όσο ήταν όταν κυκλοφόρησε.
Στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, όμως, δεν συνέβαλε στη σύγκλιση, αλλά, αντιθέτως, εξέθεσε τη διαρκώς αυξανόμενη απόκλιση οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ των μελών της, φαινόμενο που απειλεί σοβαρά ολόκληρο το οικοδόμημα της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Έτσι, θεωρήθηκε ότι λύση αποτελεί η συνταγματική θέσπιση του «φρένου χρέους» και η «γερμανοποίηση» των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Πέρα, όμως, από τις αποφάσεις της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής, αξίζει να σημειωθεί ότι, βαδίζοντας κανείς στον δρόμο της ιστορίας των οικονομικών θεωριών και των ασκούμενων πολιτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διαπιστώνει ότι στην ουσία επαναφέρονται οι αντιλήψεις της σχολής του Fribourg και οι ασκούμενες πολιτικές του ρεύματος του ορθο-φιλελευθερισμού, που διέπεται από νομισματική σταθερότητα, περιοριστικές πολιτικές και μείωση κοινωνικών δαπανών, με τις οποίες η Γερμανία επιδίωξε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και ύφεση του 1929.
Παράλληλα το ρεύμα αυτό της οικονομικής σκέψης και των ασκούμενων πολιτικών διαπιστώνουμε ότι επηρεάζει καθοριστικά πλέον την ευρωπαϊκή οικοδόμηση και προοπτική και μπολιάζει τις ιδέες και τις αντιλήψεις που διαπνέουν, τόσο τη Συνθήκη της Ρώμης όσο και τις Συνθήκες του Μάαστριχτ, της Λισσαβώνας και των Βρυξελλών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου