Τρίτη 12 Απριλίου 2011

Η Goldman Sachs κατά της Ελλάδας


Συνέντευξη του Μαρκ Ρος στον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο (από το ιστολόγιο του Δ.Κ.)

Στην Αθήνα ξαναβρέθηκαν, αυτές τις μέρες, ο Σόρος και τα στελέχη της Goldman Sachs, τα δύο ονόματα που συνοδεύουν την ελληνική κρίση, αλλά και δύο ονόματα που προξενούν ανατριχίλα λόγω του ρόλου τους στις μεγαλύτερες καταστροφές στην οικονομική ιστορία. Ο Σόρος γονάτισε τη Βρετανία το 1992, η «Λιμπερασιόν» περιέγραψε το 2010 την Γκόλντμαν ως «τράπεζα - βαμπίρ», που «ρουφάει το αίμα» των πελατών - θυμάτων της.

Στην Αθήνα βρέθηκε όμως αυτές τις μέρες και ο «βιογράφος» της Goldman Sachs, ανταποκριτής της «Μοντ» στο Λονδίνο, για να παρουσιάσει το βιβλίο του, που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από το «Μεταίχμιο», Μαρκ Ρος. Το βιβλίο του, όπως και αυτό της Ναόμι Κλάιν για το «Δόγμα του Σοκ», τον «καπιταλισμό της καταστροφής», γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία, καθώς μια συγχυσμένη έως πανικόβλητη ελληνική κοινή γνώμη προσπαθεί να καταλάβει τι συνέβη.

Toν Φεβρουάριο του 2010, ο «Κόσμος του Επενδυτή» αποκάλυπτε, για πρώτη φορά, τον ρόλο της Goldman ως αρχιτέκτονα της κερδοσκοπικής επίθεσης στην Ελλάδα. Ρόλος ακόμα πιο αξιοσημείωτος, αφού η ισχυρότερη παγκοσμίως τράπεζα, «αρχηγός» της επίθεσης των «αγορών» κατά της χώρας μας, πληρωνόταν επίσης αδρά ως... σύμβουλος διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων στη διαχείριση του χρέους και τις ιδιωτικοποιήσεις! Ο «γιατρός», που διαλέξαμε για την οικονομία μας, και ξέρει τα πάντα για μας, κέρδιζε ταυτόχρονα οργανώνοντας στοίχημα στον θάνατό μας.

Στην περίπτωση της Ελλάδας η ευθύνη είναι του Σημίτη, πιστεύει ο Μαρκ Ρος. Αυτός δέχθηκε τις προτάσεις της τράπεζας για να μπει στο ευρώ, η Γκόλντμαν τις έκανε για να βγάλει λεφτά και οι Ευρωπαίοι ήθελαν τη διεύρυνση της ευρωζώνης γιατί με περισσότερα μέλη θα 'ταν καλύτερα προστατευμένοι απέναντι στις αμερικανικές επιθέσεις, όπως του Σόρος. Αντίθετα ο Παπανδρέου ορθώς δεν δέχθηκε τις προτάσεις της Γκόλντμαν το φθινόπωρο του 2009».

Το βιβλίο του Roche φέρει τον τίτλο: «Η Τράπεζα. Πώς η Goldman Sachs διευθύνει («κυβερνά» στην ελληνική μετάφραση) τον κόσμο». Βραβεύτηκε ως το καλύτερο γαλλικό οικονομικό βιβλίο, παρουσία της υπουργού Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ.

Το Παρίσι δεν είδε με καλό μάτι την επίθεση των «αγορών» κατά μιας χώρας της ευρωζώνης ή την ανάμειξη του ΔΝΤ. Αντιμετώπισε κάποια στιγμή, μας επιβεβαίωσαν πηγές της γαλλικής προεδρίας, την ιδέα συνδυασμένης ευρωπαϊκής αντεπίθεσης που θα τσάκιζε τους «κερδοσκόπους», προτού συνταχθεί τελικά με το Βερολίνο και η ελληνική κρίση καταλήξει στο Μνημόνιο.

Το βιβλίο του Roche αντανακλά το αυξημένο ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για την Goldman μετά την «ελληνική» και ήδη «ιρλανδική», «πορτογαλική», ίσως αύριο «ισπανική» κρίση. Όπως η καταπληκτική έρευνα του περιοδικού Rolling Stone για το ίδιο θέμα (ελληνικά στα «Τετράδια», αρ. 57-58), τη συνειδητοποίηση στις ΗΠΑ του ρόλου που έπαιξε η τράπεζα στην κρίση του 2008.

«Θα μπορούσε να 'ναι χειρότερο, τα βιβλία αυτού του τύπου είναι συνήθως χειρότερα», ήταν το μόνο σχόλιο της Goldman στον εκδότη του βιβλίου. «Είναι δυσαρεστημένοι, ιδίως για το κεφάλαιο περί Ελλάδος, αποφεύγουν όμως να απαντήσουν ή να σχολιάσουν. Η Goldman είναι ένας πολύ sophistiqué οργανισμός. Λέει "θα δώσουμε τη μικρότερη δυνατή δημοσιότητα και η καταιγίδα θα περάσει"».

Η τράπεζα προτιμά, όσο μπορεί, τη σκιά και σπανίως απασχολεί τη δημοσιότητα. Στους επαΐοντες είναι γνωστός ο κεντρικός ρόλος της στις οικονομικές κρίσεις. Ο Γκαλμπρέιθ, από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους του 20ού αιώνα, αφιέρωσε ένα κεφάλαιο του βιβλίου του για το 1929 στον ρόλο της Γκόλντμαν. Το όνομά της ακούστηκε σε όλες τις μεγάλες κερδοσκοπικές φούσκες των τελευταίων χρόνων.

Οι δραστηριότητές της επηρεάζουν άμεσα τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων στον πλανήτη. Επηρεάζει την τιμή του ψωμιού κερδοσκοπώντας στο στάρι, την τιμή του ατσαλιού ευνοώντας το σχηματισμό ομίλων, την τιμή του πετρελαίου κ.λπ., μας λέει ο Γάλλος ερευνητής. «Ελέγχοντας» τους περισσότερους «αναλυτές» της πετρελαϊκής αγοράς, επηρεάζει την «αγορά» μέσω των αναλύσεών τους. Προβλέπει τις διακυμάνσεις της αγοράς, αφού τις προκαλεί η ίδια, και μπορεί να κάνει φανταστικά κέρδη αγοράζοντας στα κάτω και πουλώντας στα πάνω.

Η Γκόλντμαν άνοιξε τον λογαριασμό χρεοκοπίας της Ελλάδας στην αγορά CDS τον προεκλογικό μήνα Σεπτέμβριο 2009. Αυτό δεν μοιάζει «αυτοματισμός» της αγοράς, αλλά καλοσχεδιασμένο εγχείρημα, παρατηρούμε στον κ. Ρος. Ο Γάλλος συγγραφέας, όμως, αν και παραθέτει ένα σωρό στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της στοχευμένης παρέμβασης των αγορών, δεν θέλει να βγάλει ένα τέτοιο συμπέρασμα:

«Οι τράπεζες δεν είναι κράτη, δεν σχεδιάζουν μακροχρόνια, με στρατηγική. Δεν είναι στρατηγοί, είναι τακτικοί. Μια τράπεζα δρα γρήγορα. Βλέπει μια αγορά, μια ευκαιρία, μπαίνει. Δεν σχεδιάζει ένα ή πέντε χρόνια πριν. Οι τραπεζίτες δεν κάνουν μακροχρόνια πολιτική, κάνουν deals. Βγάζουν τα λεφτά και περνάνε σε άλλα. Σήμερα στοιχηματίζουν κατά, αύριο υπέρ του ευρώ. Δεν είναι πολιτικοί με πρόγραμμα. Τους ενδιαφέρει το χρήμα».

Η άποψη Ρος είναι βέβαια η «πολιτικά ορθόδοξη» άποψη που θα περίμενε κανείς από έναν δημοσιογράφο της «Μοντ» σήμερα. Για τη γαλλική και όχι μόνο «πολιτική ορθοδοξία» υπάρχουν ορισμένα αξιώματα: δεν υπάρχουν συνωμοσίες, δεν πρέπει να αναφέρονται λέξεις όπως «εθνικοποίηση» ή «προστατευτισμός» και μερικά ακόμα.

Το ίδιο πάντως το βιβλίο περιέχει πληθώρα στοιχείων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως επιχειρήματα υπέρ όσων, πίσω από τους «αυτοματισμούς των αγορών», ακριβέστερα μέσω αυτών, διαβλέπουν την ανάπτυξη περισσότερο εξελιγμένων στρατηγικών, που εκδηλώνονται σε κατάλληλη ευκαιρία.

«Επιτελώ το έργο του Θεού». Αν εγώ ή εσείς πούμε κάτι τέτοιο, θα μας περάσουν για «ψώνια» και, αν επιμένουμε, θα μας στείλουν στο τρελοκομείο. Όταν όμως αυτό το λέει ο πρόεδρος της μεγαλύτερης τράπεζας στον κόσμο Λόιντ Μπλακφέιν, «συνοψίζει», όπως υπογραμμίζει στον πρόλογό του ο συγγραφέας, «την απίστευτη, υπέρμετρη δίψα για εξουσία που έχει η Τράπεζα, η εταιρεία που κυβερνά τον κόσμο με απίστευτη μυστικότητα».

Αυτή δεν είναι εικόνα μιας δύναμης που κοιτάει απλώς και μόνο να βγάζει λεφτά σε κάθε ευκαιρία, παρόλο που ασφαλώς το κάνει κι αυτό. Όταν ο Πόλσον, άνθρωπος της Goldman Sachs, γίνεται υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, είναι μάλλον αναμενόμενο στην κρίση του 2008 να οδηγήσει στη χρεοκοπία τη Λίμαν Μπράδερς, κύριο ανταγωνιστή της Γκόλντμαν, σώζοντας, και μάλιστα με κέρδος, την τελευταία!

Το εκπληκτικό ατού της τράπεζας είναι το δίκτυο επιρροής της. Οι τροτσκιστές σκέφτηκαν τον εισοδισμό, η Γκόλντμαν τον εφήρμοσε όμως επιτυχώς! 


«Είναι πολύ καλός ο όρος εισοδισμός», μας απαντάει ο Ρος, «και ξέρουν να τον εφαρμόζουν καλά. Η Γκόλντμαν έχει μια χρηματιστική λειτουργία, όπως και η JP Morgan, η Morgan Stanley, η Barklays, η ΒΝΡ και την κάνει καλύτερα, γιατί προσλαμβάνει τους καλύτερους. Αλλά μπορεί, σε αντίθεση με τις άλλες, να στηριχθεί και σε διεθνές δίκτυο πολιτικής επιρροής, άσχετο με την αγορά.

Ο πρόεδρος της Κομισιόν και πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο Ρομάνο Πρόντι, ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ και αρχιτέκτονας του ευρώ Ότμαρ Ίσινγκ, υπουργοί Οικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες. Στην Ελλάδα έχετε τον Πέτρο Χριστοδούλου, επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους. Ρωτάω τους Έλληνες συνομιλητές μου γιατί δεν διερευνήθηκε ο ρόλος του, κανείς όμως δεν μου 'δωσε απάντηση».

«Η ισχύς της Γκόλντμαν προέρχεται από μια μοναδική κουλτούρα επιχείρησης, δουλεύουν ως ομάδα για το καλό της εταιρείας, σχεδόν ως σέχτα, δεν υπάρχουν σταρ, δεν τρως τον καιρό σου να τσακώνεσαι, δεν κρατάς τις πληροφορίες για σένα, τις μοιράζεσαι με όλους. Δεν υπάρχει ανταγωνισμός εξουσίας όπως αλλού, είναι λίγο όπως η ΙΒΜ. Κυρίως προσλαμβάνουν τους καλύτερους, που αποβάλλουν την αλαζονεία τους για να λειτουργήσουν ομαδικά. Διώχνουν όσους δεν το κάνουν. Οι άλλοι, όπως η Μόργκαν, έχουν ατομικιστική κουλτούρα».

Τα δύο τρίτα των ανώτερων στελεχών της Γκόλντμαν, περιλαμβανομένων του προέδρου και του αντιπροέδρου, είναι Εβραίοι. «Στην αρχή ήταν εβραϊκή τράπεζα. Τώρα δεν είναι, όπως η JP Morgan δεν είναι προτεσταντική και η Merill Lynch καθολική» παίρνει την πρόνοια να μας πει ο Ρος για την Γκόλντμαν, προτού εξηγήσει ότι υπάρχει «μια κληρονομιά της διαμάχης του 19ου αιώνα μεταξύ προτεσταντικών και εβραϊκών τραπεζών».

Αν ο συγγραφέας διαψεύδει μετά βδελυγμίας κάθε σκέψη ότι έχουμε να κάνουμε με εβραϊκή τράπεζα σήμερα, αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη διαμάχη των Εβραίων και Προτεσταντών τραπεζιτών τον... 19ο αιώνα όμως. «Το μόνο κεφάλαιο του βιβλίου που ο εκδότης μου θα προτιμούσε να μην είχα γράψει!».

Και εδώ άλλωστε παίρνει την πρόνοια να τονίσει ότι «η ίδρυση των εβραϊκών τραπεζών οφείλεται στον αντισημιτισμό των προτεστανταντικών»! Αναγνωρίζει πάντως ότι του θυμίζει Βίβλο η δήλωση του Μπλακφέιν ότι «επιτελεί το έργο του Θεού», αυτό όμως, σπεύδει να διαβεβαιώσει, δεν σημαίνει ότι επιδιώκει κάποια μορφή παγκόσμιας κυριαρχίας, αν και «βεβαίως, το τραπεζικό λόμπι είναι πάρα πολύ ισχυρό». Κλείνει τελικά τη συζήτηση λέγοντας ότι «είναι καλύτερα να μην μιλάμε για τις σχέσεις θρησκείας και τραπεζών».

Η δυτική κοινωνιολογία ερεύνησε εξαντλητικά τον ρόλο Αγγλοσαξόνων, ισπανόφωνων, ομοφυλόφιλων, γυναικών, όλων των κοινωνικών, εθνικών, θρησκευτικών, σεξουαλικών κ.λπ. ομάδων, συχνά υιοθετώντας νόμους για την αντιπροσώπευσή τους, πλην μίας. Ίσως δεν πέρασε από το μυαλό όσων επέβαλαν αυτή την κατάσταση πραγμάτων ότι, αντί να προστατεύουν τους Εβραίους από τον αντισημιτισμό, μάλλον τον τροφοδοτούν!

«Δεν πιστεύω στις θεωρίες συνωμοσίας», μας λέει ο Ρος, που αναγνωρίζει όμως ότι οι τράπεζες είναι υπερβολικά μεγάλες και έχουν υπερβολικά μεγάλη δύναμη. «Πρέπει να σπάσουμε τις τράπεζες, να διαχωρίσουμε τις εμπορικές από τις επενδυτικές τράπεζες, να διαχωρίσουμε την παραδοσιακή τράπεζα από το καζίνο. Εμείς, οι φορολογούμενοι σώσαμε τις τράπεζες. Αλλά τώρα δεν υπάρχουν άλλα χρήματα. Πρέπει να επιστρέψουμε στη ρύθμιση. Κάτι προσπάθησε ο Ομπάμα, αλλά είναι πολύ λίγα. Η Ε.Ε. πρέπει να το κάνει»

Πώς βλέπουν οι τράπεζες την κρίση του ευρώ; Περιμένουν τις αποφάσεις των κυβερνήσεων, τη δημοσιονομική εξυγίανση, τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, την αύξηση των πόρων και των φόρων, την πάλη κατά της φοροδιαφυγής. Αλλά δεν μπορεί να πάμε σε περισσότερη λιτότητα. Για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους; Είναι πολύ νωρίς, δεν το πιστεύω.

[Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στον Κόσμο του Επενδυτή, 6.4.2011]


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου