Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Υπέρ ή κατά της χρεοκοπίας;


Από τον
Ακτιβιστή (via YouPayYourCrisis)

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
«Είστε υπέρ ή κατά της χρεοκοπίας της χώρας;» ρωτά με απύθμενο θράσος και έκδηλη αφέλεια ο κύριος εκπρόσωπος του πτωχευτικού καθεστώτος που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα. Αυτό θα είναι και το δίλημμα των εκλογών. Η κυβέρνηση, όπως γνωρίζετε, είναι κατά! Το ίδιο και οι πολιτικοί της σύμμαχοι, αν και παρατηρούνται διολισθήσεις επί του ζητήματος τις τελευταίες ημέρες. Υπέρ είναι κάτι ανεύθυνοι αριστεροί, κάτι εθνικιστές που δεν κατάφεραν να γίνουν πελάτες κομμάτων και κάτι μυστήριοι... που την έχουν δει περίεργα αναζητώντας δομές αναγέννησης της πολιτικής και της δημοκρατίας!


Μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών υπάρχουν και μερικοί που, ενώ ταλαιπωρούν τους αναγνώστες του διαδικτύου με εκατοντάδες προσεγγίσεις περί «της κρίσης και της λύσης», ποτέ δεν παίρνουν ξεκάθαρη θέση στο ερώτημα. Οι τελευταίοι εμφανίζονται προσφάτως από την προπαγάνδα ποικίλων πλευρών ως δόλιοι. Ή πάσχουν από έλλειψη πολιτικής ευθύτητας ή είναι «επιτήδειοι ουδέτεροι» ή κατεργάρηδες, κατά το καθεστώς. Η περίπτωση να αρνούνται να παίξουν τον ρόλο του μαλάκα δεν εξετάζεται!

Ήθελα να ξέρω πόσο ηλίθιοι είναι όλοι αυτοί που οργανώνουν και συντονίζουν την επικοινωνιακή καμπάνια του καθεστώτος, ώστε να μην αντιλαμβάνονται ότι όχι μόνον δεν πρόκειται να επιτρέψουμε (κάμποσοι) η χώρα να τυλιχτεί σε μια κόλλα εκχυδαϊσμένων διλημμάτων, αλλά επιπλέον θα αγωνιστούμε να αναδείξουμε την ελεεινή πολιτική φύση αυτών ακριβώς των διλημμάτων, που αντανακλούν τον εκβιασμό της πολιτικο-επιχειρηματικής τάξης προς την ελληνική κοινωνία. Αυτή τη φορά δεν θα πρέπει να ανεχτούμε και να επιτρέψουμε την εξαπάτηση.

Η χώρα είναι ουσιαστικά και τυπικά πτωχευμένη: έχει αποβληθεί από τις χρηματαγορές και έχει δηλώσει αδυναμία πληρωμών με την άρθρωση του αιτήματος για ενεργοποίηση του προσωρινού «μηχανισμού», που εκπονήθηκε εξαιρετικά για την Ελλάδα από την τρόικα.

Το αίτημα έλαβε συμβολική μορφή με το (ιστορικό) διάγγελμα του πρωθυπουργού από το Καστελόριζο. Η κυβέρνηση ζήτησε την ενεργοποίηση ενός μηχανισμού που διασφάλιζε προσωρινά τους απολύτως απαραίτητους πόρους για τη συντήρηση του καθεστώτος, το οποίο με τη σειρά του δεσμεύτηκε να οδηγήσει την χώρα σε εσωτερική υποτίμηση και αντίστοιχη θεσμική αναδιοργάνωση μέχρι του βαθμού η οικονομία να καταστεί ανταγωνιστική με τους όρους της ευρωζώνης.

Αυτός είναι ο μονόδρομος φτωχοποίησης που επέλεξε η κυβέρνηση του καθεστώτος, δίχως διαβούλευση, δίχως ενημέρωση και δίχως τσίπα: αγνοήθηκαν το Σύνταγμα και ο λαός, έστω και με την στενή έννοια του εκλογικού σώματος. Η κυβέρνηση δέσμευσε τη χώρα στο απεχθέστερο πτωχευτικό καθεστώς που έχουμε βιώσει στη νεότερη ιστορία μας, κινούμενη στο παρασκήνιο, εξαπατώντας την κοινωνία στο προσκήνιο και δίχως ούτε μια στιγμή να ενδιαφερθεί να αναζητήσει ευρεία λαϊκή νομιμοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο.

Τώρα μάλιστα θεωρεί και δηλώνει ότι όσοι αντιδρούν σε αυτό το καθεστώς, στην πολιτική του και στην στρατηγική που επιλέχθηκε υπονομεύουν δήθεν την οικονομική πρόοδο, την ευημερία και την σταθερότητα στη χώρα. Μας λέει, δηλαδή, η πολιτικο-επιχειρηματική τάξη της χώρας με τα λόγια του Γιώργου Παπανδρέου ότι όσοι δεν επιλέγουν το μοντέλο χρεοκοπίας της κυβέρνησης - ΔΝΤ - Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα πρέπει να αναλάβουν τις «ευθύνες τους για τη χρεοκοπία».

Μην σας φαίνεται αντιφατικό και παράλογο. Έχει και η ρητορεία του παραλόγου τη λογική της και την τάξη της. Ο κύριος Παπανδρέου και οι πολιτικοί του σύμμαχοι, αλλά και οι κοινωνικοί εταίροι του καθεστωτικού πυρήνα (νταβάδες, τραπεζίτες, μεγαλοεπιχειρηματίες και κάποιες ιδιαίτερα προνομιούχες συντεχνίες) έχουν ήδη επιλέξει μοντέλο χρεοκοπίας: εσωτερική υποτίμηση και φτωχοποίηση μέχρι όσο αντέξει η κοινωνία.

Επ' αυτού όμως του μοντέλου υπάρχουν διαφωνίες τακτικού χαρακτήρα και τεχνικής (λογιστικής και μακροοικονομικής) προσέγγισης μεταξύ των υποστηρικτών του. Δεν συμφωνούν όλοι στην τρόικα μεταξύ τους ούτε όλοι οι επιμέρους παράγοντες εντός της καθεστωτικής δομής. Κάποιες από αυτές τις διαφοροποιήσεις αντανακλώνται στην αντιφατική συμπεριφορά υπουργών.

Το κεντρικό σημείο αυτού του μοντέλου χρεοκοπίας είναι η ανταλλαγή φθηνών προϊόντων και υπηρεσιών με ακριβό ευρώ. Εδώ υπάρχει μια (μικρο)διαφορά μεταξύ της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και της ηγεσίας της Ν.Δ. ως προς το μίγμα οικονομικής πολιτικής που θα θεμελιώνει αυτή τη σχέση μακροχρονίως. Διαφωνούν, δηλαδή, στη μορφή της εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα που θα υπηρετεί το ισχυρό ευρώ.
«Μπορεί η χώρα να αναπτυχθεί οικονομικά με ισχυρό ευρώ;» ρωτούν κάποιοι. Ασφαλώς θεωρητικά και μπορεί, αν το συνολικό κόστος παραγωγής και υπηρεσιών πέσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε η επένδυση να επιτρέπει τη δημιουργία κερδών στο πλαίσιο του εσωτερικού ανταγωνισμού της ευρωζώνης. Εδώ υπεισέρχεται το «μίγμα» της φτωχοποίησης ή ανάπτυξης με εσωτερική υποτίμηση – το ίδιο είναι.

Σε άλλη περίπτωση κάποιος (ευρωπαϊκός θεσμός) θα πρέπει να συμπληρώνει την αξία του ευρώ που χάνεται στην Ελλάδα κατά την κίνηση στον οικονομικό κύκλο, αλλιώς παράγεται φούσκα που επηρεάζει την αποτίμηση της αξίας του κοινού νομίσματος στις χρηματαγορές.

Το Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι τέτοιος ευρωπαϊκός θεσμός δεν πρόκειται να δημιουργηθεί, διότι μακροχρονίως θα ζημιώσει την παραγόμενη υπεραξία στη Γερμανία και στις υπόλοιπες τεχνολογικά και βιομηχανικά προηγμένες χώρες της ευρωζώνης. Αυτό θα είχε αλυσιδωτές αντιδράσεις, που θα έθιγαν την οικονομική ανάπτυξη στην ατμομηχανή της Ε.Ε. μέσω του αντιπληθωριστικού κανόνα, της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής οικονομίας, που έχουν επιλεγεί ως μοντέλο οικονομικής συμπεριφοράς της Ε.Ε. στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού.

Με μια κουβέντα, όσο θα ισχυροποιείται το ευρώ τόσο θα πιέζεται η χώρα για βαθύτερη εσωτερική υποτίμηση, λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή της παραγωγική και τεχνολογική υπόσταση. Η σχέση αυτή θα βελτιωνόταν και το μοντέλο της συντεταγμένης χρεοκοπίας θα μπορούσε να ήταν βιώσιμο, αν και καταστροφικό για τα δύο τρίτα της κοινωνίας, μόνον εάν υπήρχε πολιτική ευρωπαϊκής χρηματοδότησης της ανάπτυξης (ευρωομόλογα ανάπτυξης) στην Ελλάδα σε συνδυασμό με μεγέθυνση του τουρισμού και προώθηση μιας εξαγωγικής βιομηχανίας.

Το πρώτο είναι σχετικά εύκολο να το πετύχεις με το μοντέλο χρεοκοπίας που έχει επιλέξει η κυβέρνηση. Το δεύτερο είναι πολύ πιο σύνθετο και προϋποθέτει τη γραφειοκρατική οργάνωση της παραγωγής και του ανταγωνισμού στην Ε.Ε.

Η τακτική που ακολούθησε ο κ. Παπανδρέου με τη συνδρομή των ξένων συμβούλων του στην πορεία κρίσης δανεισμού της χώρας εξόργισε τη βιομηχανική τάξη των κεντρο-ευρωπαίων, καθώς, ενώ δεν έθιγε το κυρίαρχο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, επιχειρούσε – εκθέτοντας την Ελλάδα σε δραματικούς κινδύνους – να οδηγήσει στην αποδυνάμωση του ευρώ, κάτι που ασφαλώς θα απαιτούσε και λιγότερες θυσίες από τον ελληνικό λαό, με την έννοια ότι δεν θα απαιτείτο τόσο βαθιά και ευρεία εσωτερική υποτίμηση.

Τελικά ο εκβιασμός προς τη Γερμανία μετατράπηκε σε εκβιασμό προς τον ελληνικό λαό, όπως δυστυχώς είχαμε από την αρχή εκτιμήσει.

Το άλλο (διαφορετικό) μοντέλο χρεοκοπίας δεν είναι ένα, αλλά πολλά, που βασίζονται σε μία εντελώς διαφορετική πολιτική φιλοσοφία (μη νεοφιλελεύθερη) και πολιτική οικονομία. Σε όλες τις περιπτώσεις τα μοντέλα αυτά προϋποθέτουν «εξωτερική υποτίμηση», κάτι που πρακτικά σημαίνει έκδοση εθνικού νομίσματος, ριζική αναδιάρθρωση και μερική τουλάχιστον εθνικοποίηση του τραπεζικού τομέα, ανάπτυξη μακροχρόνιας στρατηγικής επενδύσεων και πάρα πολλές άλλες θεσμικού χαρακτήρα μεταβολές, που θα άλλαζαν εντελώς το πολιτικο-οικονομικό τοπίο στη χώρα και διά παντός τις πολιτισμικές και κοινωνικές ορίζουσες της μεταπολίτευσης.

Εάν τα μοντέλα αυτά χρεοκοπίας δεν συνδυάζονταν με μια θαρραλέα και έξυπνη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και διευθέτηση του ιδιωτικού με παράλληλο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, είναι πιθανόν να ζημίωναν την χώρα ακόμη περισσότερο από τη μορφή χρεοκοπίας που έχει επιλέξει το καθεστώς. Άρα τα εναλλακτικά μοντέλα χρεοκοπίας δεν συνιστούν μονόδρομο, αλλά ασφαλώς προϋποθέτουν πολύ σοβαρή διαβούλευση από όλες εκείνες τις δυνάμεις, φορείς και προσωπικότητες που συνθέτουν τη βεντάλια που υπερασπίζεται την αυτοκυβέρνηση της Ελλάδας και τη σχετική αυτονομία της ανάπτυξης στη χώρα.

Στο τέλος, αν υπήρχε σοβαρότητα, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε μέσω της σύνθεσης διαφορετικών προτάσεων σε ένα κοινό μοντέλο χρεοκοπίας, το οποίο να αποτελούσε τη βάση για την πρόταση για μια εναλλακτική κυβέρνηση και ηγεμονία στην χώρα.

[Ο γράφων προσπάθησε να εξηγήσει ότι δεν υπάρχει πλέον – και αυτό με απόλυτη ευθύνη του δικομματισμού και ευρύτερα της πολιτικο-επιχειρηματικής τάξης της χώρας – κανένα μοντέλο οικονομικής πολιτικής που δεν θα λαμβάνει υπόψη τη χρεοκοπία της χώρας και δεν θα οραματίζεται μία καθοριστική πολιτική μεταβολή με φυσικό επακόλουθο την αλλαγή και της πολιτειακής οργάνωσης: από συντακτική εθνοσυνέλευση έως επαναπροσδιορισμό της λειτουργίας των οργάνων του κράτους και της σχέσης δημοσίου-ιδιωτικού τομέα.

Συνεπώς το ερώτημα δεν είναι αν είμαστε υπέρ ή κατά της χρεοκοπίας, αλλά τι είδους χρεοκοπία επιθυμούμε. Και τούτο είναι ένα βαθύτατα πολιτικό ζήτημα, που ξεπερνά τα κόμματα και το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Εάν δεν αντιμετωπίσουμε αμέσως με ειλικρίνεια αυτό το κρίσιμο για την κοινωνία και το έθνος ζήτημα, θα είμαστε άξιοι της τύχης μας και της... τηλεοπτικής μας κουλτούρας.

Από την άλλη δεν πρέπει να υποδυθούμε τον ρόλο του «μαλάκα» αναφερόμενοι σε μια στρατηγική χρεοκοπίας, δίχως να καταδηλώνουμε ότι η στρατηγική αυτή είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής πρακτικής που ακολούθησε το καθεστώς με καιροσκοπισμό και απύθμενη ανευθυνότητα μέχρι σήμερα. Δεν συζητάμε για τη χρεοκοπία που δήθεν επιθυμούν οι αντικαθεστωτικοί, αλλά αποκλειστικά για τη μορφή αναδιάρθρωσης και στρατηγικού προσανατολισμού που θα πρέπει να λάβει η χρεοκοπία στην οποία μας οδήγησε η πολιτικο-επιχειρηματική τάξη «μας»]. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου