Δύο συνταγματολόγοι, οι Κ. Χρυσόγονος και Γ. Κατρούγκαλος, επισημαίνουν τις αστοχίες της ρύθμισης
Από την Ελευθεροτυπία
Της Βάνας Φωτοπούλου
Σε πέντε συνταγματικά και νομικά εμπόδια προσκρούει η εργασιακή εφεδρεία, σύμφωνα με τους συνταγματολόγους Κ. Χρυσόγονο και Γ. Κατρούγκαλο.
Οι πολλαπλές αστοχίες της ρύθμισης συνίστανται στο ότι:
● Η αρμοδιότητα επιλογής των «εφέδρων» ανήκει στο σκληρό πυρήνα άσκησης δημόσιας εξουσίας και δεν μπορεί να εκχωρείται σε ιδιωτικούς φορείς.
● Δεν έχει θεσπιστεί σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων.
● Δεν έχει εκδοθεί προεδρικό διάταγμα, το οποίο που θα καθορίζει τη διαδικασία και τον τρόπο ένταξης στην εφεδρεία.
● Δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε οργανισμούς χωρίς πλεονάζον προσωπικό.
● Η επιλογή πρέπει να υπακούει στις συνταγματικές αρχές (ισότητα, αξιοκρατία) και στους κοινοτικούς περιορισμούς για τις ομαδικές απολύσεις.
Κ. Χρυσόγονος: Όχι στη συμμετοχή ιδιωτικών φορέων
Η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων δεν εμποδίζει την απόλυσή τους ή, πολύ περισσότερο, την τοποθέτησή τους σε καθεστώς εργασιακής «εφεδρείας», παρά μόνο προϋποθέτει την προηγούμενη νομοθετική κατάργηση των θέσεών τους.
Ωστόσο, ακόμη και εφόσον καταργηθεί ορισμένος αριθμός θέσεων, η επιλογή των υπαλλήλων που θα απολυθούν (ή θα τεθούν σε εργασιακή εφεδρεία), μέσα από το μεγαλύτερο σύνολο υπαλλήλων οι οποίοι κατέχουν ομοειδείς θέσεις, οφείλει να γίνει με σεβασμό στις αρχές της ισότητας και της (αντίστροφης) αξιοκρατίας.
Συνεπώς, ή θα έπρεπε να υπάρξει ατομική αξιολόγηση του συνόλου των υπαλλήλων και λεπτομερής συγκριτική αξιολόγηση της επιλογής των «εφέδρων», πράγμα προφανώς ανέφικτο μέσα στα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια που υπαγορεύει η περιβόητη «τρόικα», ή αλλιώς θα έπρεπε να θεσπιστεί σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων.
Τα κριτήρια αυτά (π.χ. προηγούμενες πειθαρχικές καταδίκες, υστέρηση σε τίτλους σπουδών κ.λπ.) θα οδηγούσαν σε μια οιονεί αντίστροφη μοριοδότηση του συνόλου των υπαλλήλων, με κατάληξη την επιλογή των «εφέδρων».
Σε κάθε περίπτωση αποκλείεται, κατά την ορθότερη άποψη, η συμμετοχή στην όλη διαδικασία ιδιωτικών φορέων, δεδομένου ότι η με οποιονδήποτε τρόπο αξιολόγηση και επιλογή προς απομάκρυνση δημοσίων υπαλλήλων συνιστά άσκηση αρμοδιοτήτων αναγομένων στο σκληρό πυρήνα της δημόσιας εξουσίας (δηλαδή της λαϊκής κυριαρχίας) και ως τέτοια πρέπει να ασκείται μόνον από φορείς παρόμοιας εξουσίας (σχετική η απόφαση 1934/1998 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας).
Γ. Κατρούγκαλος: Αδύνατη η άμεση εφαρμογή της
Η εργασιακή εφεδρεία συνιστά απόλυση με αναστολή ή, κατά την έκφραση του συναδέλφου Α. Καζάκου, «απόλυση με φερετζέ». Προβλέπεται στον εφαρμοστικό νόμο του Μεσοπρόθεσμου (3896/2011), αποκλειστικά όμως για το προσωπικό των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου.
Για το «στενό Δημόσιο» δεν υπάρχει ακόμη σχετική πρόβλεψη, άρα είναι αδύνατο να εφαρμοστεί άμεσα. Εξάλλου, λόγω της συνταγματικής προστασίας της μονιμότητας, που προστατεύει την εργασιακή σχέση του δημοσίου υπαλλήλου όσο υπάρχει η οργανική του θέση, δεν μπορεί να εφαρμοστεί όσο διατηρείται η τελευταία.
Και για το προσωπικό των Δημόσιων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ), όμως, δεν είναι νόμιμο να εφαρμοστεί με τον τρόπο που ζητήθηκε με τις πρόσφατες εγκυκλίους. Και τούτο γιατί, κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 37 παρ. 7 του νόμου, αφορά επί λέξει: «τυχόν πλεονάζον προσωπικό».
Συνεπώς, αφενός δεν μπορεί να εφαρμοστεί γενικώς και αδιακρίτως, όπως επιχειρήθηκε. Αφετέρου – και κυρίως – δεν έχει έδαφος εφαρμογής όπου υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις, όπως είναι ο κανόνας.
Συνεπώς, η απαίτηση να ορίσει κάθε ένας από τους δημόσιους φορείς ως πλεονάζον προσωπικό το 10% όσων απασχολούνται σε αυτόν είναι παράνομη και ουσιαστικά συνιστά τιμωρία που επιβάλλεται επί δικαίους και αδίκους. (Ο αποδεκατισμός – decimatio – ήταν η έσχατη ποινή που μπορούσε να επιβληθεί σε μια ρωμαϊκή λεγεώνα. Πρβλ. Πολύβιος VI.38.).
Παρόμοια οριζόντια μέτρα, άλλωστε, δεν βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, εφόσον αναπαράγουν, απλώς σε κατώτερο επίπεδο, τη στρεβλή κατανομή προσωπικού.
Σημειωτέον ότι, αντίθετα με όσα διαδίδονται συστηματικά, το Ελληνικό Δημόσιο δεν πάσχει από υπερτροφία, εφόσον τόσο από πλευράς υπαλλήλων όσο και από πλευράς μισθολογικής δαπάνης βρίσκεται περίπου στο μέσο όρο της Ε.Ε. Πάσχει, αντιθέτως, λόγω των πελατειακών πολιτικών των δύο μεγάλων κομμάτων, από κακή κατανομή των ανθρώπινων πόρων.
Τέλος, προϋπόθεση για την εφαρμογή του μέτρου είναι η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για τα κριτήρια και τη διαδικασία της υπαγωγής στην εργασιακή εφεδρεία, το οποίο θα πρέπει πρώτα να περάσει από επεξεργασία από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το Προεδρικό Διάταγμα αυτό δεν θα κριθεί μόνο με βάση τις συνταγματικές επιταγές (αξιοκρατία, ισότητα, δικαίωμα στην εργασία, άρα και κατοχύρωση του δικαιώματος στην αποζημίωση, που ο θεσμός της εφεδρείας καταστρατηγεί), αλλά και με βάση τους κοινοτικούς περιορισμούς για τις ομαδικές απολύσεις, εφόσον, όπως προαναφέρθηκε, η εφεδρεία συνιστά ουσιαστικά απόλυση.
Τόσο το Προεδρικό Διάταγμα αυτό όσο και οι επιμέρους αποφάσεις ένταξης προσωπικού στην εφεδρεία μπορούν να προσβληθούν με ένδικα μέσα (το πρώτο με αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας, οι τελευταίες, κατά περίπτωση, στα Διοικητικά Εφετεία και στα Μονομελή Πρωτοδικεία).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου