Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Την κάθε μέρα της ζωής που σου δόθηκε να ζεις



Από την Καθημερινή

Του Νίκου Γ. Ξυδάκη

Οι Έλληνες φίλοι που βλέπουν τη χώρα απέξω είναι πολύ περισσότερο ανήσυχοι και απαισιόδοξοι από εμάς, τους εντός των τειχών. Στα τηλεφωνήματα και στα μέιλ αισθάνεσαι πηχτή την αγωνία τους, μια αγωνία άλλης τάξεως από αυτή που βιώνουμε εμείς, τα θύματα της κρίσης. Ίσως γιατί τα αισθήματά τους για την πατρίδα τους είναι πιο αδιαμεσολάβητα, πιο ανιδιοτελή, ακόμη κι αν αυτή η πικρή πατρίδα τούς έχει διώξει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Έπειτα από κάθε τέτοια επαφή, προσπαθώ να δω τη ζωή γύρω μου με πιο ψυχρό μάτι, πιο αποστασιοποιημένα. Προσπαθώ να συγκρίνω την αγωνία τού απέξω με ό,τι διαδραματίζεται εντός, ενώπιόν μου, για να νιώσω βαθύτερα το παρόν, αλλά κυρίως μήπως και μπορέσω να διαισθανθώ τα επερχόμενα.


Αδύνατον. Αδύνατον να προβάλεις το παρόν στο εγγύτατο μέλλον, αδύνατον να χρησιμοποιήσεις την έως τώρα εμπειρία για να σχηματίσεις μια αδρή, έστω, μια θαμπή εικόνα του μέλλοντος. Η κρίση υπονομεύοντας το παρόν εξαφανίζει το μέλλον.

Αυτή η απώλεια είναι ίσως η βαθύτερη, η πιο βουβή, και η πιο οδυνηρή: το πόδι προβάλλει εμπρός και μένει αιωρούμενο, στο κενό, δεν έχει πού να πατήσει. Κι έτσι στεκόμαστε όλοι στο ένα πόδι, σε ασταθή ισορροπία, αβέβαιοι, ετοιμόρροποι.

Έχει συσταλεί λοιπόν ο χρόνος, έχει πυκνώσει, και στέκεται διαρκώς πάνω μας, σαν βάρος στην πλάτη. Η τέτοια αίσθηση του χρόνου μάς ωθεί όμως και σε μια άλλη αίσθηση του τρέχοντος, δηλαδή της ίδιας της ζωής: τώρα τη νιώθουμε στα χέρια μας, να την κρατάμε σαν νεράκι που κυλάει άπιαστο, εντούτοις νεράκι δροσερό με μια πρωτοφανέρωτη μοναδική αξία.

Η παλαιά βεβαιότης περί αδιατάρακτου μέλλοντος έχει εξατμιστεί: στη θέση της πάλλεται μια αίσθηση επείγοντος βίου, πιο ζωική, απόλυτη, υλική.

● Σαν να κατέρρευσαν η πλαδαρότητα, η ραθυμία, η αμεριμνησία, ο ανηδονική βουλιμία, της παλαιάς εποχής της ευμάρειας. 

● Σαν να υποχωρούν σιγά σιγά και ο φόβος, η απόγνωση, η κλάψα, η τυφλή οργή. Ακόμη κι η οργή αρχίζει να παίρνει σχήμα και κατεύθυνση, να έχει σκοπό και στόχους, μέσα στο πυκνό, επείγον παρόν.

Νιώθουμε άλλη τη ζωή, απαιτητική στην κάθε στιγμή της, απαιτεί απαντήσεις ακαριαίες, ζητάει πράξεις και προσφορά ζωτικότητας, ωθεί σε πολύστροφο πυρετώδη στοχασμό με συμπεράσματα και αποφάσεις.

Υπόκωφα ζούμε τη ζωή μας αλλιώς, τη νιώθουμε αλλιώς, ορμητική, δεν την περιμένουμε να ξετυλιχτεί σύμφωνα με ράθυμες βεβαιότητες, είμαστε έτοιμοι να αποκριθούμε στις αιφνίδιες ζητήσεις της. Με όλα τα νεύρα κουρδισμένα, όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση. 

Το λες προσαρμογή. Το λες φόρτιση για επανεκκίνηση. Το λες ανυπόκριτη δίψα για ζωή, εν θερμώ επαφή με το εδώ και τώρα. Ανάκληση ξεχασμένων δυνάμεων, θαμμένων αισθημάτων, πρωταρχικών αναγκών. Ξανακούγονται χαμένες λέξεις: συντροφικότητα, αλληλεγγύη, συλλογικότητα, χάρισμα, χαρά, άγγιγμα, έγνοια, φίλος παλιός.

Ο Μίμης, τέτοιος φίλος παλιός, μου βάζει στο χέρι κλεφτά, σιωπηλά, ένα μικρό βιβλίο βυσσινί: «Ο Τελάλης», Αθήνα 2011. Καμία άλλη ένδειξη, ούτε συγγραφέας ούτε εκδότης, τίποτε. Απλά ελληνικά σε κρεμ χαρτί, πολυτονικά.
Ένα πολύστιχο ποίημα: 

«Λόγια του τελάλη, βασιλιά των Εβραίων.
Τζάμπα, τζάμπα, είπε ο τελάλης,
τζάμπα όλα κι ανώφελα».

Έτσι αρχίζει. Το ξεφυλλίζω όρθιος στο πεζοδρόμιο, μου θυμίζει κείμενο αρχαίο, σταματάω στη σελίδα 50:

«Βγες έξω λοιπόν,
Φάε το ψωμί σου με χαρά,
πιες το κρασί σου με χαρά,
γιατί ο αφέντης χάρηκε
με τα δικά σου έργα.
Κάθε μέρα φόρα τα άσπρα σου τα ρούχα
και ρίξε στο κορμί σου άρωμα καλό.
Και φτιάξε τη ζωή σου
με το κορίτσι που αγαπάς,
την κάθε μέρα της ζωής
που σου δόθηκε να ζεις.
Αυτό το μερτικό της ανώφελης ζωής σου,
αυτή η πληρωμή του ιδρώτα σου.
Κι όσα μπορείς να κάνεις
κάν’ τα όσο μπορείς.
Γιατί στον τάφο που θα μπεις
δεν θα ’χει τίποτα να κάνεις,
και τίποτα να σκεφτείς».

Η ανθρωποσυρμή της Σόλωνος σε παρασέρνει, όπως ο ρυθμός της βιβλικής αφήγησης: «Ευφραίνου, νεανίσκε, εν νεότητί σου, και αγαθυνάτω σε η καρδία σου εν ημέραις νεότητός σου, και περιπάτει εν οδοίς καρδίας σου άμωμος...».

Ο Εκκλησιαστής λοιπόν... Ο χρόνος του: «το γενόμενον ήδη εστί, και όσα τού γίνεσθαι, ήδη γέγονε».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου