Σκληρά μέτρα αν οι ηγέτες της Ευρωζώνης δεν ικανοποιήσουν τις αγορές στη Σύνοδο
Από την Καθημερινή
Του Βασίλη Zήρα
Εξαιρετικά κρίσιμη για την Ευρωζώνη αλλά και για την Ελλάδα είναι η Σύνοδος Κορυφής στις 24 και 25 Μαρτίου, γιατί από τις αποφάσεις της θα εξαρτηθεί εν μέρει η επιστροφή της χώρας στις αγορές. Ωστόσο, όποια κι αν είναι η απόφαση των ηγετών της Ευρωζώνης, αυτό που δεν πρόκειται να αλλάξει είναι η υποχρέωση της Ελλάδας να εφαρμόσει κατά γράμμα το Μνημόνιο. Ενδεχομένως μάλιστα να πρέπει να κάνει πιο αποφασιστικές κινήσεις, εάν η Ευρωζώνη συμφωνήσει σε ένα μη ικανοποιητικό για τις αγορές πακέτο μέτρων.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, κ. Γιώργος Προβόπουλος, στην έκθεσή του για τη Νομισματική Πολιτική συστήνει στην κυβέρνηση να υιοθετήσει πιο φιλόδοξους στόχους από αυτούς που προβλέπει το Μνημόνιο σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Έτσι κι αλλιώς, με βάση το χρονοδιάγραμμα του επικαιροποιημένου Μνημονίου, έως το τέλος Μαρτίου η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να αποφασίσει και να παρουσιάσει επιπλέον μέτρα 1,8 δισ. ευρώ προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για το φετινό έλλειμμα και 23 δισ. ευρώ για την περίοδο 2012-2015.
Εάν η απόφαση που θα πάρουν οι ηγέτες της Ευρωζώνης δεν ικανοποιήσει τις αγορές, είναι δεδομένο ότι οι πιέσεις της τρόικας θα ενισχυθούν. Η αυστηρή κριτική που ασκείται στην έκθεση αξιολόγησης της Κομισιόν για καθυστερήσεις, παλινωδίες και εκπτώσεις στις διαρθρωτικές αλλαγές, είναι κατά την εκτίμηση κυβερνητικών αξιωματούχων μήνυμα εν όψει της επόμενης δόσης. Δεδομένου, μάλιστα, ότι οι εύκολες λύσεις έχουν εξαντληθεί, θεωρείται πλέον πολύ πιθανό να πέσει και πάλι στο τραπέζι η πρόταση για απολύσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Όπως παραδέχεται κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου, οι πιθανότητες να πάρει η χώρα μας, σε αυτή τη φάση, κάτι περισσότερο από την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής των 110 δισ. ευρώ είναι περιορισμένες.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται και θα κορυφωθούν αυτή την εβδομάδα, εν όψει της έκτακτης Συνόδου Κορυφής της 11ης Μαρτίου. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ. Χέρμαν Βαν Ρομπέι συνεχίζει τις διμερείς επαφές, ενώ την Τετάρτη, την Πέμπτη και την Παρασκευή θα συνεδριάζει συνεχώς η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή (που προετοιμάζει τα Eurogroup).
Ωστόσο, οι προσδοκίες είναι περιορισμένες. Ακόμη και η μείωση του επιτοκίου συναντά ισχυρές αντιστάσεις, ενώ η δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και του μόνιμου μηχανισμού διάσωσης (ΕSM) να αγοράζουν ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά μοιάζει αυτή τη στιγμή απίθανη, λόγω των αντιρρήσεων που διατυπώνουν κυρίως η Γερμανία, η Φινλανδία και η Ολλανδία.
«Όλες οι κυβερνήσεις καταλαβαίνουν ότι πρέπει να κάνουν κάτι για να ανοίξουν οι αγορές. Αντιλαμβάνονται πως είναι προτιμότερο από το να έρθουν κάποια στιγμή η Ελλάδα ή η Ιρλανδία ή ίσως η Πορτογαλία και να ζητούν κι άλλα χρήματα ή, ακόμη χειρότερα, να χρεοκοπήσουν. Από την άλλη είναι εξαιρετικά δύσκολο να πείσουν την κοινή γνώμη τους για την αναγκαιότητα μιας αποτελεσματικής απάντησης στο πρόβλημα» λέει κοινοτική πηγή στις Βρυξέλλες.
Η επιμήκυνση θα διευκολύνει την εξυπηρέτηση του χρέους, κυρίως τη διετία 2014-2015, όταν θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί από τις αγορές σχεδόν το 50% του ελληνικού δημόσιου χρέους. Συγκεκριμένα οι ανάγκες αναχρηματοδότησης από τα 81 δισ. ευρώ θα υποχωρήσουν στα 32 δισ. το 2014 και από τα 73 δισ. στα 38 δισ. ευρώ το 2015.
Ωστόσο η επιμήκυνση δεν φαίνεται να είναι από μόνη της αρκετή για να καθησυχάσει τις αγορές. «Έχει εν πολλοίς προεξοφληθεί. Εάν μάλιστα υποχρεωθεί και η Πορτογαλία να προσφύγει στον μηχανισμό, τότε η όποια θετική επίπτωση θα εξανεμισθεί γρήγορα» λέει ο ίδιος κοινοτικός παράγοντας.
Ταυτόχρονα, όμως, θα αυξηθεί και η πιθανότητα νέων υποβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης, αυξάνοντας το πρόβλημα ρευστότητας για τις τράπεζες, καθώς χρεόγραφα που δίνονται ως ενέχυρο για δανεισμό από την ΕΚΤ δεν θα είναι επιλέξιμα. Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, οι επιπτώσεις είναι διαχειρίσιμες εάν η υποβάθμιση από τη Μoody's και την S&P είναι μιας ή δύο βαθμίδων.
Εάν είναι μεγαλύτερη, οι τράπεζες θα υποχρεωθούν να προσφύγουν στις εγγυήσεις του Δημοσίου, που σημαίνει ότι θα πρέπει να παρουσιάσουν σχέδιο απεξάρτησης από τη ρευστότητα της ΕΚΤ, δηλαδή σχέδιο μείωσης των δανείων τους, συρρίκνωσης του μεγέθους τους, πώλησης θυγατρικών στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου