Αυστρία, Φινλανδία, Σουηδία συμφωνούν ότι το ευρωομόλογο είναι λύση ανάγκης
Από Το Βήμα
Αλλαγή στάσης ως προς την ενίσχυση του ρόλου της ΕΚΤ στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρώπη παρατηρείται τα τελευταία 24ωρα καθώς αυξάνονται οι δηλώσεις από κυβερνητικούς και κοινοτικούς αξιωματούχους στην Ε.Ε. υπέρ μιας «διαφορετικής αντιμετώπισης» του προβλήματος από αυτή που έχει υιοθετηθεί μέχρι σήμερα.
Στις έμμεσες αναφορές του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι για μεγαλύτερη παρέμβαση της Φρανκφούρτης (υπό προϋποθέσεις) στις αγορές κρατικών ομολόγων προστίθενται και προτάσεις από το μέτωπο των «σκληρών» της ευρωζώνης, όπως η Αυστρία και η Φινλανδία καθώς και από την εκτός ευρώ Σουηδία.
Βέβαια κανείς από το συγκεκριμένο «μέτωπο» δεν αναφέρθηκε στο ευρωομόλογο ως «δώρο» της Ευρώπης στις χώρες με προβλήματα δανεισμού στις αγορές.
Όπως και η Γερμανία, έτσι και οι χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης προτείνουν μια τέτοια είδους λύση μόνο εφόσον η ευρωζώνη μετατραπεί σε ένα κλαμπ οικονομιών με «δρακόντεια» δημοσιονομικά μέτρα και αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο που θα επιτρέπει την αυστηρή επιτήρηση και την αποβολή των απείθαρχων μελών από τη νομισματική ένωση.
Η υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ δήλωσε μετά τη χθεσινή συνάντηση με τους 16 ομολόγους της από την ευρωζώνη ότι θα έβλεπε ως εφικτό μέτρο την έκδοση ευρωομολόγου «μεσοπρόθεσμα έως και μακροπρόθεσμα» μετά όμως την απαιτούμενη έκφραση δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Η αυστριακή υπουργός πρόσθεσε ότι η χώρας της δεν τάσσεται υπέρ της έκδοσης κοινού ομολόγου σε αυτή τη φάση αλλά υπέρ της αύξησης της πίεσης προς τις δημοσιονομικά «άσωτες» χώρες. Επικαλέστηκε μάλιστα το «κλασικό» γερμανικό επιχείρημα ότι η κυβέρνηση της Βιέννης δεν μπορεί να πείσει τους ψηφοφόρους της να εγγυηθεί η Αυστρία τα χρέη άλλων χωρών χωρίς προηγουμένως να έχει απόλυτη γνώση και έλεγχο επί των δημοσιονομικών αυτών των χωρών.
Άλλωστε, εκτός από το πλαίσιο της αυστηροποίησης των κανόνων εντός της ευρωζώνης ως προϋπόθεση για το ευρωομόλογο, επέμεινε και στην υιοθέτηση του «φρένου χρέους» από τις κυβερνήσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η Φιλανδή ομόλογος της Φέκτερ, Γιούτα Ουρπιλάινεν, η οποία δήλωσε ότι «εάν δεν υπάρχει άλλη λύση στο τραπέζι για να αντιμετωπιστεί η κρίση τότε θα έπρεπε πράγματι να ενισχυθεί ο ρόλος της ΕΚΤ». Πάντως η ίδια ξεκαθάρισε ότι «θα ήταν προτιμότερο να ενισχυθεί ο ρόλος του ΔΝΤ» σε αυτή τη φάση.
Υπέρμαχος της περαιτέρω παρέμβασης του ΔΝΤ επί ευρωπαϊκού εδάφους εμφανίστηκε και ο σουηδός υπουργός Οικονομικών Άντερς Μποργκ δηλώνοντας ότι «το ΔΝΤ διαθέτει όχι μόνο τους αναγκαίους πόρους (για να ενισχύσει τις ευρωπαϊκές οικονομίες) αλλά και την ικανότητα επιτήρησης (των χωρών)».
Από τις δηλώσεις των εκπροσώπων των χωρών που συντάσσονται με τις γερμανικές αντιλήψεις περί δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ευρωζώνη συνάγονται δύο συμπεράσματα:
● Πρώτον ότι το ευρωομόλογο δεν είναι πλέον ταμπού, αλλά συζητείται ανοικτά στις κλειστές κατά τα άλλα συναντήσεις (διμερείς ή όχι) των ευρωπαίων αξιωματούχων.
● Όμως το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι μια τέτοιου είδους πρόταση εξετάζεται μόνο ως λύση εκτάκτου ανάγκης και ασφαλώς υπό την προϋπόθεση ότι θα προηγηθεί η μεταρρύθμιση (ευρεία, μερική, με έγκριση εθνικών κοινοβουλίων ή όχι) των ευρωπαϊκών συνθηκών στην κατεύθυνση ενός πιο αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου.
Η Ευρώπη, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο σουηδός υπουργός, προτιμά να παρεμβαίνει το ΔΝΤ για λογαριασμό της ΕΚΤ όχι μόνο επειδή διαθέτει κεφάλαια αλλά και επειδή είναι (ή φαίνεται) πιο ικανό από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα στο να επιβάλλει με όποιο τρόπο ακόμα και τα πιο αυστηρά μέτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου