Από τους Financial Times (via Euro2day)
Του Jean Pisani - Ferry*
Υπάρχουν τρεις τρόποι ανάγνωσης της εμμονής της ευρωζώνης στη λιτότητα:
● Ο πρώτος είναι πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες πραγματικά νομίζουν ότι η τρέχουσα κρίση οφείλεται στη μη επιτήρηση του συμφώνου σταθερότητας. Δύσκολα, όμως, μπορεί να πιστέψει κανείς ότι αυτό ισχύει και για χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιταλία, που ανέκαθεν ακολουθούσαν τους κανόνες.
● Ο δεύτερος τρόπος ανάγνωσης είναι πως η πειθαρχία είναι η προϋπόθεση που τίθεται για τη δημοσιονομική ένωση και την έκδοση ευρωομολόγων. Δεν είναι όμως αφελές να δεσμεύεται κάποιος σε μείωση δαπανών χωρίς να υπάρχει κάτι απτό για το επόμενο βήμα;
● Ο τρίτος τρόπος ανάγνωσης είναι πως η προσαρμογή του ευρωπαϊκού Νότου είναι το ορόσημο μιας ευρύτερης στρατηγικής οικονομικών μεταρρυθμίσεων, που με τη σειρά τους θα συνεισφέρουν στην ανταγωνιστικότητα.
Η ελπίδα είναι πως οι κυβερνήσεις, υπό το βάρος των ασφυκτικών πιέσεων από τις αγορές και του κινδύνου δημοσιονομικής κηδεμονίας, θα αντιληφθούν ότι ο μόνος δρόμος για οικονομική ανάπτυξη είναι η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν καθυστερήσει πολύ. Υπό αυτό το πρίσμα, η λιτότητα δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά η κινητήριος δύναμη για μία ευρύτερη μετάλλαξη. Το ερώτημα είναι αν θα πετύχει.
Πράγματι, οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να επιβραδυνθούν εάν υπάρχουν ασπίδες προστασίας για τις πιέσεις των αγορών. Αυτό, άλλωστε, έγινε πασιφανές τον προηγούμενο Αύγουστο όταν η Ρώμη υπαναχώρησε στις δεσμεύσεις της για φορολογικές μεταρρυθμίσεις, λίγες ημέρες αφότου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άρχισε να αγοράζει ιταλικά ομόλογα.
Παρ' όλα αυτά η λιτότητα και οι μεταρρυθμίσεις δεν κινούνται πάντα συμπληρωματικά. Η Γερμανία επέβαλε μεταρρυθμίσεις υπό τον Gerhard Schroeder, χωρίς όμως παράλληλη λιτότητα. Στη συνέχεια, υπό τον κυβερνητικό συνασπισμό Merkel - Steinmeier, προχώρησε σε λιτότητα, χωρίς όμως μεταρρυθμίσεις.
Σε καθεστώς ασφυκτικών πιέσεων, οι κυβερνήσεις ενδέχεται να μην έχουν άλλη επιλογή από το να πράξουν ό,τι είναι απαραίτητο με μιας. Όταν, όμως, το πολιτικό κεφάλαιο είναι ανεπαρκές, τότε η εμμονή στη λιτότητα συνήθως πραγματοποιείται εις βάρος των μεταρρυθμίσεων. Οι μεταρρυθμίσεις ταυτόχρονα μπορεί να περιλαμβάνουν κόστος για τον προϋπολογισμό, εάν υπάρξει ανάγκη αποζημιώσεων για όσους πλήττονται.
Οι κυβερνήσεις θα πρέπει επίσης να δείξουν στους πολίτες ότι οι προσπάθειες αποδίδουν καρπούς. Εάν μετά από μερικά τρίμηνα δημοσιονομικής προσαρμογής και επώδυνων μεταρρυθμίσεων η κατάσταση και οι προοπτικές επιδεινώνονται, τότε οι κυβερνητικοί συνασπισμοί που επιβάλλουν τις μεταρρυθμίσεις μπορεί ακόμη και να χάσουν την εξουσία.
Ο κίνδυνος εντείνεται περισσότερο, εάν η προσαρμογή πραγματοποιείται ταυτόχρονα σε πολλές χώρες. Οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, σε συνδυασμό με τη Γαλλία, που επίσης χρήζει δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αντιστοιχούν σε περισσότερο από το 50% του ΑΕΠ της ευρωζώνης.
Με αυτά τα δεδομένα υπόψη, η εμμονή στη λιτότητα θα αποτελέσει αξιόπιστη στρατηγική μόνο εάν συνοδευτεί από ένα αποτελεσματικό αναπτυξιακό πρόγραμμα για όλη την ευρωζώνη.
● Το πρώτο στοιχείο θα πρέπει να προέρχεται από υποστηρικτική πολιτική της ΕΚΤ. Η κεντρική τράπεζα έχει δράσει ισχυρά για τη στήριξη της ρευστότητας, αλλά ακόμη δεν έχει ξεκαθαρίσει τη στάση της ως προς τη νομισματική πολιτική.
Καθώς, λοιπόν, η ανάπτυξη εξανεμίζεται, θα έπρεπε να μειώσει τα επιτόκιά της περισσότερο και να γνωστοποιήσει ότι σκοπεύει να τα διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα. Κατά συνέπεια, θα υπήρχε αποδυνάμωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, που θα πυροδοτούσε μεγαλύτερη ζήτηση από το εξωτερικό και υψηλότερο εγχώριο πληθωρισμό στον ευρωπαϊκό Βορρά.
Ενόσω ο μέσος πληθωρισμός παραμένει κοντά στο 2%, αυτές οι εξελίξεις είναι ευπρόσδεκτες γιατί συνεισφέρουν στη διαδικασία εσωτερικής προσαρμογής. Αυτό που χρειάζεται η ευρωζώνη τα επόμενα χρόνια είναι μέσο πληθωρισμό στο 2%, αλλά περισσότερες πληθωριστικές πιέσεις στον Βορρά και λιγότερες στον Νότο.
● Κατά δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι οι χώρες πρέπει να δεσμευτούν στη δημοσιονομική προσπάθεια και όχι σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Όταν επιβραδύνεται η ανάπτυξη, η σωστή προσέγγιση είναι μεσοπρόθεσμη πολιτική προσαρμογή. Όχι αλλεπάλληλα πακέτα μέτρων με στόχο επίτευξη ενός συγκεκριμένου βραχυπρόθεσμου στόχου για το έλλειμμα.
Πολλές χώρες, εκ των οποίων η Γαλλία και η Ισπανία, έχουν δεσμευθεί να πετύχουν μη ρεαλιστικούς στόχους για το 2013. Οι αγορές υποπτεύονται ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Είναι καιρός να το παραδεχθούμε. Δεν πρέπει να χαλαρώσει η προσπάθεια, αλλά ούτε να το παρακάνουμε, και μάλιστα σε τέτοιο επίπεδο που μπορεί να αποβεί μοιραίο.
● Τρίτον, έχει τεράστια σημασία ο τύπος της προσαρμογής που εφαρμόζεται. Τα έκτακτα σχέδια σύγκλισης σε γενικές γραμμές περιλαμβάνουν βραχυπρόθεσμα μέτρα, όπως αύξηση της φορολογίας και οριζόντιες περικοπές δημοσίων δαπανών, που είναι καταστροφικά για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να ελέγχει τη σύνθεση των ρυθμίσεων και να επιμένει για αναπτυξιακά πακέτα που θα βασίζονται σε επιλεκτικές περικοπές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις που να είναι φιλικές στην προσφορά. Θα πρέπει να αποδεχθεί επίσης ότι οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να επιβραδύνουν τον ρυθμό της προσαρμογής.
● Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να κινητοποιήσει όλα τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της – από τον προϋπολογισμό, τα περιφερειακά αναπτυξιακά κονδύλια, μέχρι τη ρυθμιστική πολιτική και την πολιτική ανταγωνισμού. Θα πρέπει επίσης να ξεκινήσει νέες πρωτοβουλίες για την ώθηση της ανάπτυξης. Η Ευρώπη δεν αντέχει να συνεχίσει εφαρμόζοντας την ίδια κοινοτική πολιτική σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα.
Η παρατεταμένη ύφεση στον ευρωπαϊκό Νότο σύντομα θα θέσει σε κίνδυνο το ενιαίο νόμισμα. Έχοντας στραφεί στη στρατηγική της προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων, η ευρωζώνη πρέπει τώρα να κάνει τα πάντα για να έχει πιθανότητες επιτυχίας.
*Ο Jean Pisani - Ferry είναι διευθυντής του ευρωπαϊκού think tank Bruegel
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου