Από τους Financial Times (via Euro2day)
Του Jean Pisani - Ferry*
Τον προηγούμενο χρόνο, 13 χώρες της ευρωζώνης ξεπέρασαν τον στόχο του 3% που είχε τεθεί για το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι τελευταίες προβλέψεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ευρωζώνη οδεύει φέτος σε ήπια ύφεση. Κατά συνέπεια, εάν δεν επιβληθούν νέα μέτρα, τα περισσότερα από αυτά τα κράτη κινδυνεύουν να αποτύχουν εκ νέου στους στόχους των προϋπολογισμών.
Αυτό ισχύει κυρίως για την Ισπανία, της οποίας το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί φέτος κατά 1% (δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξη πρόβλεψη), ενώ η χώρα υποτίθεται ότι πρέπει να περιορίσει το έλλειμμά της στο 3% του ΑΕΠ μέχρι τον επόμενο χρόνο. Πολλές ακόμη χώρες βρίσκονται στην ίδια θέση.
Το δίλημμα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – δεδομένου μάλιστα ότι ενισχύεται ο εποπτικός της ρόλος – είναι πώς θα χειριστεί αυτήν την κατάσταση. Θα πρέπει ο Olli Rehn, ο νέος αντιπρόεδρος της Κομισιόν, να ωθήσει τις χώρες να αναλάβουν άμεση δράση; Ή θα πρέπει να παραδεχτεί ότι αυτοί οι στόχοι είναι ανέφικτοι και να δώσει έμφαση στην προσπάθεια και όχι στο αποτέλεσμα;
Από διαρθρωτική άποψη, η καλύτερη επιλογή είναι η τελευταία. Το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο, όμως, έχει ήδη υποστεί σημαντικό πλήγμα αξιοπιστίας. Έτσι, ο Ο. Rehn μπορεί να θελήσει να αδράξει την ευκαιρία για να επιδείξει ικανότητα επιβολής πειθαρχίας.
Η οικονομική ιστορία διδάσκει ότι οι χρηματοοικονομικές κρίσεις επιφέρουν μακροπρόθεσμες, αν όχι μόνιμες, επιπτώσεις. Το ΑΕΠ των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών έχει ήδη μειωθεί αρκετές ποσοστιαίες μονάδες. Θα ήταν σοφό να περιμένουμε ότι το ίδιο θα συμβεί και με τη δεύτερη ύφεση. Ο Ο. Rehn έχει αρκετούς λόγους για να ζητήσει μέτρα. Η εμμονή στους στόχους που έχουν τεθεί για το 2013, ωστόσο, έχει δύο σημαντικά μειονεκτήματα:
Πρώτον, τα άμεσα μέτρα λιτότητας θα εντείνουν την ύφεση. Πρόσφατες έρευνες καταλήγουν στο ότι οι βραχυπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες των μέτρων λιτότητας είθισται να είναι σοβαρότερες από ό,τι νομίζαμε μέχρι πρότινος.
Αν και οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν διαρθρωτικά προβλήματα στους προϋπολογισμούς τους, αυτό δεν σημαίνει ότι θα επιδεινωθούν όλοι οι αυτόματοι σταθεροποιητές κατά τη διάρκεια μιας χρονιάς ύφεσης.
Το δεύτερο μειονέκτημα είναι η μορφή με την οποία θα υλοποιηθούν τα μέτρα. Το εσπευσμένο κλείσιμο της τρύπας δεν είναι συμβατό με τη σωστή προσαρμογή. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την επίτευξη άμεσων αποτελεσμάτων μέσα σε έναν χρόνο είναι η αύξηση της φορολογίας – με όλες τις επιπτώσεις στην οικονομία και χωρίς καμία θετική επίδραση στην αποτελεσματικότητα των δημοσίων δαπανών.
Ένας καλύτερος δρόμος είναι να παρουσιαστούν σήμερα αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις, που θα εξασφαλίζουν τον ισοσκελισμό του προϋπολογισμού στο μέλλον. Τυπικό παράδειγμα είναι η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ή οι μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο των κοινωνικών επιδομάτων.
Παρ' όλα αυτά, δύσκολα μπορούν οι αγορές να εποπτεύουν την εφαρμογή αυτών των μέτρων. Δικαίως η Κομισιόν ζητά αυτές τις μεταρρυθμίσεις και θα πρέπει να αναλάβει σημαντικό ρόλο στην εποπτεία της εφαρμογής τους και στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους.
Η εμπλοκή του Ο. Rehn στη δημοσιονομική πολιτική ορισμένων κρατών - μελών οφείλεται στον αντίκτυπο που συνεπάγεται και για άλλα κράτη - μέλη. Η προσοχή επικεντρώνεται στις επιπτώσεις του δανεισμού. Όμως, στην εποχή της μεγάλης απομόχλευσης του ιδιωτικού τομέα, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα θετικά αποτελέσματα από τον κρατικό δανεισμό.
Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη που αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα πρόσβασης στις αγορές θα επιβάλουν ελάχιστα επιπλέον μέτρα λιτότητας και κανένα νέο μέτρο για τις χώρες που δεν αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα πρόσβασης στις αγορές.
Με την προϋπόθεση της εφαρμογής αξιόπιστων διαρθρωτικών μέτρων, αυτή η στάση θα μπορούσε να είναι συμβατή με τη συνθήκη της Ε.Ε. και τη βιωσιμότητα των προϋπολογισμών. Και σίγουρα θα ήταν καλύτερη για την οικονομία της ευρωζώνης.
* Γενικός διευθυντής του ευρωπαϊκού οικονομικού think tank Bruegel
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου