Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

«Αυτός είναι ο ήχος της πείνας»


O Eduardo Rosenzvaig, Αργεντινός συγγραφέας βραβευμένος με το κουβανέζικο βραβείο Casa de las Americas, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τουκουμάν, είναι μια από τις πιο γνωστές φιγούρες της μαχόμενης, μαζί με τους «αποκάτω», λατινοαμερικάνικης διανόησης. Στο μικρό αυτό κείμενο, που έγραψε για τα «Αντιτετράδια», περιγράφει, με εκείνη τη χαρακτηριστική για τη λογοτεχνική γραφή ελλειπτικότητα, πλευρές της διαδικασίας με την οποία, τη δεκαετία του 1990, ο οδοστρωτήρας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής σάρωσε στην Αργεντινή τη δημόσια εκπαίδευση και τα ζωντανά υποκείμενά της.
Β.Α.

Από τα Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης τ.73-74 (Αύγουστος 2005) (χάρη στη δημοσίευση του Ρήγα)

Του Eduardo Rosenzvaig

Επιμέλεια αφιερώματος - μετάφραση: Βασίλης Αλεξίου, Γεωργία Μυλωνάκη

Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Αργεντινή ένα βιβλίο με τον τίτλο «Tο μυστικό» του δημοσιογράφου Horacio Verbitsky, που διηγείται πώς στη διάρκεια των σκοτεινών χρόνων της στρατιωτικής δικτατορίας η Καθολική Εκκλησία πούλησε στο Πολεμικό Nαυτικό ένα νησί στο Δέλτα του Ρίο ντε λα Πλάτα, που λέγονταν El secreto [Tο μυστικό], για να γίνει εκεί στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Μυστικό για πολλά χρόνια, εμφανίστηκε σαν αστραπή αυτές τις μέρες στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, ακριβώς όταν άρχιζαν τα σχολικά μαθήματα. Και συνδέεται άμεσα με ένα άλλο μυστικό, που θα πρέπει επίσης να αποκαλύψουμε, για τον ρόλο της Εκκλησίας ως σημαιοφόρου του εκπαιδευτικού νεοφιλελευθερισμού σε μεγάλο μέρος του εσωτερικού της χώρας.

Η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες έχει μια αίθουσα τελετών επενδυμένη με ξύλο από κέδρο και με ελαιογραφίες. Μπαίνει κανείς σ’ αυτήν από μια τεράστια σκάλα που μοιάζει με είσοδο σε μαυσωλείο ή σε φασιστικό παλάτι. Εκεί έτυχε να συζητάμε το 1993 στο Συνέδριο των Εκπαιδευτικών της Αργεντινής (CTERA), τον ομοσπονδιακό Νόμο για την εκπαίδευση, που η κοινωνία δεν είχε συζητήσει, γιατί γι' αυτό υπήρχαν οι «ειδικοί», πολλοί απ’ τους οποίους είχαν έρθει από την εξορία και είχαν ενσωματωθεί στην αντιπροσωπευτική «πρωτοπορία» της κυβέρνησης Μένεμ στον τομέα της εκπαίδευσης.

Το σχέδιο νόμου δεν συζητήθηκε, επιμένω, καθόλου, αλλά «ποτίστηκε» με πολύ χρήμα από δάνεια της Παγκόσμιας Τράπεζας, για να επιμορφωθούν οι διδάσκοντες στα καινούρια εκπαιδευτικά περιεχόμενα που απαιτούσαν η εποχή, ο κόσμος και η παγκοσμιοποίηση. Οι διδάσκοντες «έπαιρναν λεφτά» για να μελετήσουν τα νέα περιεχόμενα. Αυτό ήταν εξαιρετικό. Τόσο πολλή βροχή πέφτοντας στο στόμα θα πρασίνιζε οποιοδήποτε καλοκαίρι.

Θυμάμαι πως η ομοσπονδιακή πρόεδρος του συνδικάτου μου επέτρεψε να κλείσω το συνέδριο με μια ιδέα που παρουσίασα εκεί. Είπα λοιπόν ότι, από τότε που ήμουν μικρός, έβλεπα σε γκρίζα ντοκιμαντέρ και έγχρωμες ταινίες να κατεβάζουν τους Εβραίους από τα τρένα, από φορτηγά βαγόνια, κατά χιλιάδες. Οι κρατούμενοι κατέβαιναν κρατώντας στα χέρια τους ένα βαλιτσάκι και έτσι έμπαιναν στα στρατόπεδα εξόντωσης.

Υπήρχαν λιγοστοί Γερμανοί με μυδράλια και σκυλιά, έτσι που εγώ σκεφτόμουν πως, αν ξεσηκώνονταν οι αιχμάλωτοι, θα σκοτώνονταν οι μισοί και οι άλλοι μισοί θα σώζονταν. Αλλά δεν ξεσηκώνονταν. Την ίδια ερώτηση την έκανα όλη μου την παιδική ηλικία: Γιατί δεν ξεσηκώνονταν; Αναρωτιόμουν στην εφηβεία μου, στη νιότη μου και ακόμη ώριμος συνέχιζα να αναρωτιέμαι. «Γιατί δεν ξεσηκώνονταν;».

Ακριβώς αυτή τη χρονιά του 1993, όταν η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση μόλις είχε ψηφίσει τον Νόμο για την εκπαίδευση, φτιαγμένο από τους «ειδικούς» (στην πλειονότητά τους πρώην αριστεροί) ως την πανάκεια της ενσωμάτωσης στα περιεχόμενα της μετανεωτερικότητας, βρήκα την απάντηση. Δεν ξεσηκώνονταν για εκείνο το βαλιτσάκι.

Όταν τους συνελάμβαναν, τους επέτρεπαν να πάρουν μαζί τους σε ένα βαλιτσάκι τα πιο πολύτιμα και χρήσιμα πράγματα. Όμως υπήρχε ένα όριο. Όχι παραπάνω από τριάντα κιλά. Οι άνθρωποι λέγανε: «Αφού μου επιτρέπουν να πάρω μαζί μου αυτό που πιο πολύ επιθυμώ, δεν θα με σκοτώσουν». Οι άνθρωποι νόμιζαν πως το σωσίβιο, η εγγύηση ότι οι ζωές τους θα γίνονταν σεβαστές, βρίσκονταν στο βαλιτσάκι. Κράταγαν σφιχτά στα χέρια τους το βαλιτσάκι και έμπαιναν σίγουροι στα στρατόπεδα.

Ο Νόμος της εκπαίδευσης του νεοφιλελευθερισμού ήταν το βαλιτσάκι. Αν υπάρχουν τόσοι ειδικοί και τόσα νέα περιεχόμενα και τόσα μαθήματα επιμόρφωσης και τόσο χρήμα να γυροφέρνει, δεν θα μας σκοτώσουν, σκέφτονταν πολλοί. Η εκπαίδευση θα σωθεί. Ο Νόμος ήταν το βαλιτσάκι. Και ένα μεγάλο μέρος της εκπαιδευτικής κοινότητας μπήκε στα στρατόπεδα εξόντωσης.

Το κλειδί του Νόμου ήταν απλό. Αποδιαρθρώνεται η εθνική εκπαίδευση μέσα από μια επίκληση στο δικαίωμα των μερών και στην υποτιθέμενη αυτονομία τους. Η εκπαίδευση πέρασε στις επαρχίες. Οι επαρχίες έπρεπε να τα αναλάβουν όλα. Αλλά το χρήμα που έπρεπε να έρθει στις επαρχίες πήγε να πληρώσει το εξωτερικό χρέος, χρέος που ένα μέρος του είχε να κάνει με τις πιστώσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας που είχαν χρησιμοποιηθεί για να διαφημιστεί, προπαγανδιστεί και να προετοιμαστεί ο Νόμος.

Οι επαρχίες έμειναν χωρίς χρήμα και οι νεοφιλελεύθεροι κυβερνήτες το πρώτο που έκαναν, όταν βρήκαν τα φέουδά τους χωρίς αρκετό χρήμα, ήταν να κόψουν την πιο λεπτή κλωστή, τη δημόσια εκπαίδευση και υγεία. Εξαφανίστηκαν σχολεία κατά χιλιάδες. Στην πραγματικότητα έμειναν εκεί, αλλά άρχισαν να καταρρέουν χωρίς αίθουσες, τουαλέτες, εκπαιδευτικό υλικό, θρανία. Στην επαρχία μου, στο Τουκουμάν, λειτουργεί ένα σχολείο με μία μόνο αίθουσα, τρεις δασκάλους και εκατόν πενήντα παιδιά. Οι τρεις τάξεις κάνουν τα μαθήματά τους ταυτόχρονα στην ίδια αίθουσα.

Η Καθολική Εκκλησία συνέβαλε ενθουσιασμένη στη διαμόρφωση αυτού του νόμου, γιατί με την κατάρρευση των δημόσιων σχολείων κάλεσε με κωδωνοκρουσίες τους γονείς να μεταφέρουν τα παιδιά τους στα δικά της και σε άλλα ιδιωτικά που, εκτός των άλλων, εισπράττουν επιδοτήσεις από το κράτος. Πολλοί πολιτικοί που προπαγάνδιζαν αυτό το εκπαιδευτικό μοντέλο μεταμορφώθηκαν σε εκπαιδευτικούς επιχειρηματίες.

Ο νόμος άφησε αρκετές επαρχίες με τρία εκπαιδευτικά συστήματα και ολόκληρη τη χώρα με πάνω από σαράντα. Ήταν προφανές πως ένα τρομοκρατικό πρότυπο ανισότητας δεν θα νομοθετούσε μια εξισωτική εκπαίδευση. Ήταν, σε σύνθεση, μια αποκέντρωση της λεηλασίας των εκπαιδευτικών κονδυλίων.

Με τα λεφτά της εκπαίδευσης πληρώθηκαν στις επαρχίες ολόκληρες πολιτικές καμπάνιες και καριέρες και ακόμη μέχρι σήμερα κατατίθενται χρήματα σε ελβετικούς λογαριασμούς.

Υπήρχαν περιοχές όπου το δημόσιο σχολείο εξαφανίστηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε ο αναλφαβητισμός έφτασε τους δείκτες του 1900. Στη θέση του δημόσιου σχολείου εμφανίσθηκαν επιχειρήσεις για να εκπαιδεύσουν «πελάτες» ή επιδοτούμενες για τις επιχειρήσεις θέσεις, αλλά όχι πια δωρεάν όπως άλλοτε – όχι, πρέπει κανείς να πληρώσει. Έτσι ώστε τα παιδιά που δεν είχαν τίποτε έχουν τώρα ιδιωτικά σχολεία. Ο αναλφαβητισμός αγγίζει ­ χαχανίζοντας – τον ουρανό με τα χέρια του.

Το σύγχρονο κράτος - shopping δούλεψε στη διαφύλαξη του μυστικού. Γι' αυτό έλεγε ο Isauro Arancibia – δάσκαλος δολοφονημένος το 1976, ο πρώτος που δολοφονήθηκε από τη δικτατορία, όταν αυτή άρχισε να ασκεί αυτή την «οικονομική» πρακτική – ότι πρέπει να προστατεύσουμε το δημόσιο, επέμενε, σχολείο του κράτους.

Για ένα σχολείο που θα απολαμβάνει τη δημόσια αναγνώριση, που θα καταξιώνει και θα εκπληρώνει τη λειτουργία του να εκπαιδεύει και να μορφώνει κοινωνικά, θα πρέπει να αποκαλύψουμε το μυστικό.

Για ένα σχολείο πρωταγωνιστή, που θα χωράει όλα τα παιδιά, στο οποίο θα κυριαρχούν οι έννοιες της δικαιοσύνης, θα καταξιώνει τις προσπάθειες και θα ακυρώνει την ανισότητα, που θα αυτορυθμίζεται και θα μπορεί να εξασκεί το δικαίωμά του να κυβερνηθεί, πρέπει να ξεριζώσουμε το μυστικό από τις ρίζες του.

Και μαζί του το άλλο μεγάλο μυστικό: ένα στομάχι άδειο σαν ροζιασμένο χαρτόνι, σε παιδιά που πάνε κατά χιλιάδες στα σχολεία, εντελώς απόντα από μια εποχή που διατυμπανίζει, με προκλητικό και αυθάδη τρόπο, την αφθονία της.

Σ' αυτή την κατεύθυνση και παρά τις δυσκολίες, τη δυσφήμηση και την αποσιώπηση, οι αντιστάσεις σε ολόκληρη τη χώρα πυκνώνουν βάζοντας στόχο να κάνουν το 2005 την τελευταία χρονιά ισχύος του νόμου.

Υπάρχει ένα σχολείο στην Goya, στην επαρχία του Corrientes, που έχει δυο ορόφους και οι μαθητές του ένα υπόγειο από στερήσεις. Πάνω από όλα την πιο σημαντική, αυτή των πράσινων από την πείνα δοντιών.

Πριν λίγο εγκαινίασαν σ' αυτό το σχολείο τη δωρεάν «κούπα γάλα». Η διευθύντρια μου λέει πως, όταν έρχεται το «διάλειμμα με το γάλα», τα παιδιά κατεβαίνουν με οχλοβοή, με πάθος, κουτρουβαλιαστά, χοροπηδώντας σαν νερό σε μύλο, κατεβαίνουν πηγαίνοντας, κατεβαίνουν με το στόμα, σαν σε καταρράκτη, κατεβαίνουν τόσο που το σχολείο δονείται σαν ένα τύμπανο. «Αυτός είναι ο ήχος της πείνας» μου εξηγεί η διευθύντρια αφήνοντας τη λέξη «τρόμος» για αργότερα...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου