Τετάρτη 9 Ιουνίου 2010

Ελληνική κρίση και περίεργες συμπτώσεις: Goldman Sachs, Fitch, Moody’s, S&P, Χ.Α.



Από το analitis.com

Του Πάνου Παναγιώτου
διευθυντή ΕΚΤΑ - 3FVIP.com


Στο διεθνές τραπεζοκεντρικό οικονομικό σύστημα τα κράτη, μάλλον, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να μάθουν καλά τη διάκριση μεταξύ χρηματιστηριακής και πραγματικής οικονομίας αλλά και τους πολύπλοκους τρόπους που αυτές οι δύο συνδέονται μεταξύ τους. Η Ελλάδα προσπαθεί να επιβιώσει μέσα σε αυτό το διφυές σύστημα από ιδρύσεως του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, το 1821, και το πετυχαίνει άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη επιτυχία.

Το μυστικό έγκειται στην αναγνώριση και την κατανόηση των αδυναμιών του συστήματος ώστε να μπορέσει να γίνει όσο το δυνατόν σωστότερη εκμετάλλευσή τους, αλλά και στη συνειδητοποίηση της εγγενούς αδυναμίας των κρατών, τουλάχιστον των περισσότερων εξ αυτών, να κινηθούν εναντίον του είτε να προσπαθήσουν να το παρακάμψουν.

Όσο περισσότερο πλησιάζουμε στο σήμερα τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάπτυξη της χρηματιστηριακής οικονομίας και η επιρροή της στην πραγματική οικονομία. Όπως στη μία, έτσι και στην άλλη, υπάρχουν μονοπώλια, ολιγοπώλια και καρτέλ, δηλαδή συσσωματώσεις δυνάμεων που προσπαθούν, πάση θυσία, να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.

Goldman Sachs - Loyd Blankfein - Ελλάδα

Μία από τις ναυαρχίδες του διεθνούς τραπεζοκεντρικού συστήματος είναι η Goldman Sachs, εταιρεία η οποία αποτελεί σύμβουλο πολλών κρατών ως προς το πώς θα κινηθούν μέσα στη χρηματιστηριακή οικονομία, με έναν από τους πελάτες της να είναι και η Ελλάδα.

Ο διοικητής της Goldman, Loyn Blankfein, είναι στενός φίλος του νυν διοικητή της FED Ben Bernanke, ο οποίος υπήρξε μέντορας και επιβλέπων καθηγητής στη διδακτορική του διατριβή στο Harvard, ενώ και οι δύο είναι μέλη της λέσχης Bilderberg. Η δήλωση του σε συνέντευξη του το 2010 πως, όταν κερδοσκοπεί, «επιτελεί το έργο του Θεού» προκάλεσε ποικίλα σχόλια στα μεγαλύτερα διεθνή ΜΜΕ.

Το 2000 η Ελλάδα, με τη βοήθεια της Goldman, συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα χρηματιστηριακής δανειοδότησης («Αριάδνη»), το οποίο ανανεώθηκε με νέους όρους το 2001 και κατέληξε σε ένα δεύτερο πρόγραμμα («Αίολος»), που εξασφάλιζε χρήματα για την χώρα με αντάλλαγμα την παραχώρηση δικαιωμάτων από τη χρήση αεροδρομίων και τυχερών παιχνιδιών.

Η φύση του χρηματιστηριακού αυτού προϊόντος δανεισμού ήταν τέτοια, που παρουσίαζε τον δανεισμό ως πώληση κάνοντας εφικτή την αποφυγή του συνυπολογισμού του δανείου στα κρατικά έξοδα και επιτρέποντας την εμφάνιση μικρότερου κρατικού ελλείμματος από το πραγματικό.

Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στη χώρα να παρακάμψει το βασικό κριτήριο του Μάαστριχτ για μέγιστο ποσοστό ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ, επιτρέποντας, έτσι, την είσοδο της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ (παρά το γεγονός ότι δεν πληρούνταν το δεύτερο κριτήριο ένταξης που έθετε το 60% ως όριο χρέους ως προς ποσοστό του ΑΕΠ, αφού αυτό ξεπερνούσε το 100% στην περίπτωση της Ελλάδας). Παρόμοια προϊόντα χρησιμοποίησε και η Ιταλία και πιθανώς και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Η συμφωνία Ελλάδας - Goldman ήταν νόμιμη όταν συνήφθη, αλλά ένας ευρωπαϊκός νόμος που ψηφίστηκε το 2004 την έκανε, στην πορεία, εν δυνάμει παράνομη με βάση το Κοινοτικό Δίκαιο. Το 2005 η Goldman πούλησε αυτό το χρηματιστηριακό προϊόν στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, η οποία το κράτησε μέχρι το 2008, όταν η διεθνής κρίση οδήγησε στην κατακόρυφη μείωση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, κάνοντας την ΕΤΕ να αναζητήσει τρόπο να το χρησιμοποιήσει ως ενέχυρο προκειμένου να δανειστεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Με τη βοήθεια της Goldman ιδρύθηκε μία εταιρεία («Τίτλος») στην οποία μεταφέρθηκε το προϊόν και η ΕΤΕ εξασφάλισε τα ομόλογα που εξέδωσε η Τίτλος, τα οποία παραχώρησε στην ΕΚΤ αντλώντας σε αντάλλαγμα δανειακά κεφάλαια.

Το ναυάγιο της πρότασης για νέα συμφωνία

Στα μέσα του Οκτωβρίου του 2009 η Goldman πρότεινε στην Ελλάδα τη χρήση ενός νέου χρηματιστηριακού προϊόντος, το οποίο θα διευκόλυνε, σε σημαντικό βαθμό, την κάλυψη των τεράστιων δανειακών της αναγκών για το υπόλοιπο του 2009 και για το 2010, δεδομένου ότι στο διάστημα αυτό έληγαν παλαιότερα ομόλογα πολύ μεγάλης αξίας. Ωστόσο η πρόταση Goldman δεν βρήκε θερμή ανταπόκριση από την ελληνική πλευρά (πληροφορίες από αξιόπιστη ελληνική πηγή).

Λίγες ημέρες αργότερα η εταιρεία πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας σε Α- από Α σπρώχνοντάς την στα όρια της εξόδου της από την «Α' Εθνική» κατηγορία πιστοληπτικής βαθμολογίας. Παράλληλα στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης καταγράφηκαν μαζικές πωλήσεις της μετοχής της ΕΤΕ, οι οποίες μεταφέρθηκαν και στο Χ.Α. οδηγώντας το σε σημαντική πτώση, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι τιμές των ελληνικών CDS, μειώθηκαν οι τιμές των ελληνικών ομολόγων και αυξήθηκε το επιτόκιο και κατά συνέπεια το κόστος δανεισμού της Ελλάδας.

Στις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου μία αποστολή της Goldman έφτασε στην Αθήνα με σκοπό να μεταπείσει την ελληνική πλευρά και να κλείσει τη νέα συμφωνία χρηματιστηριακού δανεισμού, στην οποία περιλαμβανόταν πρόταση για λήψη κεφαλαίων από την Τράπεζα της Κίνας με αντάλλαγμα μερίδιο στην ΕΤΕ αλλά και τον ΟΣΕ (πληροφορίες από Financial Times και Der Spiegel και από αξιόπιστες πηγές σε Ελλάδα και εξωτερικό).

Όσο οι διαπραγματεύσεις ήταν σε εξέλιξη η τιμή της ΕΤΕ στη Νέα Υόρκη άρχισε να αυξάνεται προκαλώντας άνοδο και στο ελληνικό χρηματιστήριο. Ταυτόχρονα σταμάτησε και η πίεση στην αγορά ομολόγων και CDS. Οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν σε συμφωνία, με την ελληνική πλευρά να απορρίπτει την πρόταση της Goldman οριστικά.

Χρηματιστηριακός / χρηματοπιστωτικός πόλεμος εναντίον της Ελλάδας

Την επομένη, σχεδόν, της απόρριψης της συμφωνίας καταγράφηκαν αθρόες πωλήσεις μετοχών της ΕΤΕ στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης αλλά και μετοχών της Alpha, της Eurobank και τελικά συνολικά του τραπεζικού κλάδου του Χ.Α., ενώ οι τιμές των CDS απογειώθηκαν, οι τιμές των ελληνικών ομολόγων βούλιαξαν και τα επιτόκια δανεισμού πήραν την ανιούσα οδηγώντας την Ελλάδα όλο και πιο κοντά στην αδυναμία αναχρηματοδότησης του χρέους της.

Στις 12 Δεκεμβρίου η Fitch προχώρησε σε νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας βαθμολογώντας την με BBB+ και οδηγώντας την έτσι εκτός «Α Εθνικής» κατηγορίας στην αγορά ομολόγων, ενώ το χτύπημα έγινε ακόμη πιο σημαντικό, καθώς η Fitch δήλωσε πως επόμενες υποβαθμίσεις ήταν πιθανές.

Στον χορό των υποβαθμίσεων μπήκαν οι άλλοι δύο γίγαντες πιστοληπτικής αξιολόγησης, S&P και Moody’s, υποβαθμίζοντας την Ελλάδα μέσα στον Δεκέμβριο και προκαλώντας έτσι ένα γενικό ξεπούλημα των κρατικών ομολόγων της και πυροδοτώντας την απογείωση του κόστους δανεισμού της.

Ακολούθησε νέα υποβάθμιση της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 2010 σε BBB- από τη Fitch, η οποία σήμανε και τυπικά τη χρηματοπιστωτική πτώχευση της χώρας προκαλώντας ένα νέο, βάναυσο, γύρο πωλήσεων των ελληνικών ομολόγων από επενδυτικά ταμεία σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και την κλιμάκωση του κερδοσκοπικού παιχνιδιού εις βάρος της.

Neuberger Berman - Goldman - X.A. - αγορά CDS - αγορά ομολόγων

Μία από τις πρώτες εταιρείες που ξεπούλησαν την ΕΤΕ στο τελευταίο τρίμηνο του 2009 ήταν η Neuberger Berman (συμφερόντων Rothschild), η οποία πούλησε 1,7 εκατ. μετοχές από τον Οκτώβριο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Στο ίδιο διάστημα του 2009, αλλά και κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2010, η Goldman επένδυε στο ενδεχόμενο πτώχευσης της Ελλάδας τόσο μέσω της αγοράς ομολόγων όσο και μέσω της αγοράς CDS (πληροφορίες από διεθνή και γαλλικό Τύπο και από συνέντευξη Γάλλου τραπεζίτη στον κλάδο επενδύσεων).

Σύμφωνα με στοιχεία για την αγορά CDS, σε πολλές περιπτώσεις το 75% του όγκου συναλλαγών σε αυτά, στο κρίσιμο διάστημα Οκτωβρίου 2009 - Απριλίου 2010, γινόταν μέσω έξι μεγάλων παικτών, με τον μεγαλύτερο αυτών να είναι η Goldman Sacks.

Οι 2 μεγαλύτεροι διεθνείς επενδυτές στο Χ.Α. - οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης - Goldman - Black Rock

Κύρια μέτοχος στην Goldman είναι η Black Rock, επενδυτική εταιρεία του ομίλου Blackstone, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της οποίας μέχρι τις 14 Ιουλίου 2008 ήταν ο Lord Nathaniel Charles Jacob Rothschild, ο οποίος παραιτήθηκε αφήνοντας ως διευθύνοντα σύμβουλο στην εταιρεία τον Randall Rothschild. Με υπό διαχείριση κεφάλαια που αγγίζουν τα 3,5 τρισ. δολάρια και με το ύψος του χαρτοφυλακίου για το οποίο παρέχει επενδυτικές συμβουλές να ξεπερνά τα 9 τρισ. δολάρια, πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες (αν όχι τη μεγαλύτερη) διεθνείς επενδυτικές εταιρίες.

Η Black Rock τυχαίνει να είναι και ο δεύτερος μεγαλύτερος διεθνής επενδυτής στο Χ.Α., με θέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδας, την ΕΤΕ, την EFG Eurobank Ergasias και την Εμπορική.

Τυχαίνει, επίσης, να είναι βασικός μέτοχος στους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s και S&P. Ακόμη αξιωματούχοι της κατείχαν υψηλά αξιώματα ή ήταν συνδεδεμένοι με τους τρεις βασικούς οίκους αξιολόγησης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Richard H. Jenrette, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Blackstone (μητρικής της Black Rock) και πρώην διευθυντή της The McGraw - Hill Companies, μητρικής του οίκου Standard & Poor's.

Έτσι η Black Rock είναι παράλληλα:

● ο δεύτερος μεγαλύτερος διεθνής επενδυτής στο Χ.Α.,
βασικός μέτοχος στη Goldman Sachs,
βασικός μέτοχος στους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s και S&P.

Norges Bank Investment

Πρόκειται για επενδυτικό σχήμα της Κεντρικής Τράπεζας της Νορβηγίας, το οποίο είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, και ο μεγαλύτερος διεθνής επενδυτής στο Χ.Α. με θέσεις σε 41 ελληνικές εταιρίες, μεταξύ των οποίων η Πειραιώς, η Alpha, η ΔΕΗ και η EFG Eurobank Ergasias, ενώ είναι από τους μεγαλύτερους μετόχους της ΕΤΕ. Επενδυτικός σύμβουλος της εταιρείας είναι η La Compagnie Benjamin De Rothschild S.A.

Το επενδυτικό αυτό σχήμα της Norges είναι από τα πλέον αμφιλεγόμενα, καθώς έχει επενδύσεις, μεταξύ άλλων, σε εταιρείες όπλων, πυρηνικών κ.λπ. Πρόσφατα και μετά από σκάνδαλο εξαιρέθηκαν από το χαρτοφυλάκιό του μερικές εταιρείες, κυρίως τσιγάρων, ωστόσο παρέμειναν πολλές που το διατηρούν στην κατηγορία των αμφιλεγόμενων κεφαλαίων.

Η Norges Bank Investment τυχαίνει να είναι παράλληλα:
● ο μεγαλύτερος διεθνής επενδυτής του Χ.Α.,
σημαντικός μέτοχος της Goldman,
μεγαλομέτοχος της εταιρίας πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch.

Fidelity

H Fidelity είναι ένας από τους μεγαλύτερους (αν όχι ο μεγαλύτερος) μέτοχος της εταιρείας πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s. Ο Bill Rothschild είναι ο senior vice president της Fidelity.

Αποφάσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης και εσωτερική πληροφόρηση
Έτσι οι Νο 1 και Νο 2 διεθνείς επενδυτές στο Χ.Α. τυχαίνει να είναι παράλληλα και μεγαλομέτοχοι στη Goldman αλλά και μεγαλομέτοχοι στους τρεις βασικούς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, ενώ έχουν ισχυρούς δεσμούς με την τραπεζική δυναστεία Rothschild. Επιπλέον ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους της Moody’s, η εταιρεία Fidelity, έχει στον τιμόνι της ένα μέλος της οικογένειας Rothschild.

Από τα παραπάνω συνεπάγεται πως οι Goldman, Black Rock, Norges και Rothschild είναι πολύ πιθανό να είχαν τη δυνατότητα να γνωρίζουν για τις υποβαθμίσεις της Ελλάδας πριν αυτές δημοσιευτούν και μπορούσαν, έτσι, να εκμεταλλευτούν αυτή την εσωτερική πληροφόρηση κερδοσκοπώντας στο Χ.Α. και στην αγορά CDS και ομολόγων. Αν κάτι τέτοιο συνέβη, που είναι πολύ πιθανό, τότε πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στη χρηματιστηριακή ιστορία.

Ακόμη οι παραπάνω δεσμοί δίνουν στην πρόταση της Goldman στην Ελλάδα μία άλλη διάσταση, καθώς φαίνεται η Goldman να είχε τη δυνατότητα να προσφέρει ένα ολοκληρωμένο «πακέτο» προστασίας της χώρας από την κρίση, με τη δύναμη να στηρίξει το χρηματιστήριο και την αγορά ομολόγων, να επηρεάσει τις βαθμολογίες των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, αλλά και να καλύψει τις δανειακές ανάγκες της χώρας.

Με τον ίδιο τρόπο, ωστόσο, φαίνεται να είχε και τη δύναμη να προκαλέσει μία πανίσχυρη χρηματιστηριακή / χρηματοπιστωτική επίθεση εναντίον της Ελλάδας, η οποία κατέληξε στη χρηματοπιστωτική της πτώχευση με τις συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε.

Οι εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης κατηγορούμενες σε Ευρώπη και ΗΠΑ - η Goldman στο εδώλιο στις ΗΠΑ

Είναι, επίσης, ενδιαφέρον ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στραφεί εναντίον των εταιρειών πιστοληπτικής αξιολόγησης επιδιώκοντας τη δημιουργία ενός αντίστοιχου ευρωπαϊκού οργανισμού, θεωρώντας πως η αξιοπιστία τους έχει βλαφτεί ανεπανόρθωτα τα τελευταία χρόνια, ενώ την ίδια στιγμή στις ΗΠΑ οι εταιρείες κατηγορούνται για τον ρόλο τους στην κρίση της αγοράς κατοικίας, που οδήγησε στην κατάρρευσή της αλλά και στη δημιουργία της διεθνούς τραπεζικής κρίσης, καθώς μέχρι τελευταία στιγμή βαθμολογούσαν τα τοξικά ομόλογα με άριστη τιμή επιτρέποντας σε εταιρείες όπως η Goldman να πουλήσουν εκατοντάδες χιλιάδες από αυτά σε ανυποψίαστους επενδυτές κερδίζοντας δισεκατομμύρια δολάρια.

Ακόμη οι εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης ταλανίζονται από μία σειρά σκανδάλων και κατηγοριών, οι οποίες ξεκινούν από εσκεμμένες παραλείψεις δημοσίευσης κρίσιμων για το κοινό πληροφοριών για διάφορες εταιρείες και φτάνουν μέχρι της κατηγορίες για εκβιασμό. Τέλος, τον Μάιο του 2010 οι εταιρείες ελέγχονται από τη χρηματιστηριακή επιτροπή ελέγχου των ΗΠΑ ως προς τον ρόλο τους στην κρίση, ενώ ένα νέο σκάνδαλο είναι εν τη γενέσει του, το οποίο έχει να κάνει με την ευνοϊκή αξιολόγηση δήμων και πολιτειών των ΗΠΑ που στην πραγματικότητα βρίσκονται στα όρια της πτώχευσης.

Την ίδια στιγμή ένα νέο σκάνδαλο που συνδέει την Goldman με τον Paulson (ένας από τους τέσσερις βασικούς υπόπτους για την επίθεση στο ευρώ, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ) έχει οδηγήσει την εταιρεία στο εδώλιο του κατηγορουμένου στις ΗΠΑ φανερώνοντας σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν αυτή και οι συνεργάτες της προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου