ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ
Από την Ελευθεροτυπία, 04.12.2009
Η εντυπωσιακή κατίσχυση του Αντώνη Σαμαρά στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δεν απεκάλυψε τόσο την ύπαρξη δύο ρευμάτων στον χώρο της ελληνικής Δεξιάς, δεν εσήμανε τόσο τη νίκη του άφθαρτου εις βάρος των φθαρμένων και υπερεκτεθειμένων στα ΜΜΕ, ούτε του «αδιάφθορου» εις βάρος των «διαπλεκομένων», όσο κυρίως κατέφερε ανατρεπτικό πλήγμα στο πολιτικό σύστημα της αριστεροδεξιάς συναίνεσης, που, με «τσάι, συμπάθεια και μονόδρομους», διαχειρίζεται το κοινωνικό δράμα του τόπου την τελευταία 15ετία.
Για την αποσύνδεση μεταξύ πολιτικού συστήματος και κοινωνικής πραγματικότητας μιλούσε η Αριστερά, αποδίδοντάς την εσφαλμένα στον δικομματισμό. Όμως επρόκειτο για φαινόμενο αντικατοπτρισμού: ο δικομματισμός δεν ήταν αιτία, αλλά συνέπεια της αριστεροδεξιάς συναίνεσης, όχι η ασθένεια, αλλά το σύμπτωμα αυτής, που χάριν συντομίας ονομάστηκε «στροφή προς το Κέντρο».
Τόσο ο σημιτικός «εκσυγχρονισμός» όσο και ο καραμανλικός «πραγματισμός», με την υποθετική κατάκτηση κάποιου μυθικού κεντρώου χώρου εφαντασιώνοντο και με τη λαμπερή επίδειξη της απουσίας του κατέρρευσαν: όχι μόνον απώλεσαν αμφότεροι το πολιτικό παιχνίδι, αλλά και αποσύρθηκαν από κάθε μελλοντική αναμέτρηση. Τα Καλάσνικοφ που αμφότεροι προετοίμαζαν εναντίον αλλήλων οπισθοκρότησαν το 2004 για τον έναν, το 2009 για τον άλλο.
Τα δύο μεγάλα κόμματα διασώζονται σήμερα από τη συναίνεση με ανατρεπτικό και ριζοσπαστικό για το καθένα τρόπο, ενώ η Αριστερά, που πρώτη έθεσε το ζήτημα, βαλτώνει, λόγω αδυναμίας της να προσδιορίσει τους όρους για την επαγγελλόμενη δική της αντισυστημική υπέρβαση.
Παρ' όλο που η τελευταία αδυνατεί να εντοπίσει τη φύση της υπέρβασης και ακόμη περισσότερο να οριοθετήσει την πορεία προς αυτήν, εντούτοις το πολιτικό σύστημα μεταλλάσσεται ραγδαία, κυρίως από την πλευρά αυτών που μέχρι σήμερα το συντηρούσαν και το αναπαρήγαγαν. Δεν απορρέει το πολιτικό σύστημα από τη συμπαιγνία των κομμάτων που το συγκροτούν, αλλά ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: προηγείται η κοινωνικοπολιτική συναίνεση, από την οποία προκύπτουν οι εκάστοτε συνιστώσες της.
Αντισυστημική επιλογή δεν είναι η κήρυξη πολέμου ενάντια στον δικομματισμό, ζήτημα περιορισμένου ενδιαφέροντος, αλλά η ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής ατζέντας, της ιεράρχησης θεματικών προτεραιοτήτων, η υπέρβαση της «μοναδικής σκέψης» και των υποθετικών μονοδρόμων. Για έναν τέτοιο στόχο, με δεδομένα τα συντριπτικά συγκροτήματα συμφερόντων, μοναδική οδός απομένει το άνοιγμα στον λαϊκό παράγοντα, ο οποίος, παρά τις ποικίλες εκ των άνω επιτηρήσεις και παρεμβάσεις, διατηρεί περισσότερη διαύγεια και αίσθημα διακινδύνευσης από κάθε άλλο συντελεστή του πολιτεύματος.
Όταν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων και τα ΜΜΕ διαψεύδονται κατά σύστημα από τις λαϊκές ετυμηγορίες, τι άλλο χρειάζεται για να συμπεράνουμε ότι ο πολίτης παραμένει ανεπηρέαστος και κυρίαρχος, ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες δεν είναι απλά προπετάσματα καπνού, ότι οι προφήτες της παρακμής του εκλαμβάνουν τις μύχιες επιθυμίες τους ως πραγματικότητα;
Η θρυλούμενη γοητεία του κεντρώου χώρου, ενώ ατόπως, διατηρεί ακόμη οπαδούς σε κάποια τμήματα της Αριστεράς, ξεπεράστηκε ήδη από τα δύο μεγάλα κόμματα. Έστω με καθυστέρηση, ο Γιώργος Παπανδρέου επιβλήθηκε στον χώρο του με την αποφασιστική στροφή του προς το λαϊκό ΠΑΣΟΚ. Με ακριβώς ανάλογο τρόπο, με την επιβολή του Αντώνη Σαμαρά, η λαϊκή Δεξιά έδειξε ότι υπάρχει και ότι ο ρόλος της μπορεί να είναι καθοριστικός.
Δεν πρόκειται για «παραδοσιακά και συντηρητικά» ρεύματα, όπως αβασάνιστα και καθησυχαστικά έσπευσαν κάποιοι να προεξοφλήσουν για αμφότερες τις πλευρές. Πρόκειται, αντίθετα, για νεανικά και επιθετικά ρεύματα που, παρά πάσαν περί του αντιθέτου επιδερμική διάγνωση, αποδίδουν καθοριστική σημασία στον παράγοντα της ιδεολογίας και σε αμφότερες τις περιπτώσεις έχουν περιέλθει σε απόγνωση με το αριστεροδεξιό συναινετικό κήρυγμα της απόσυρσης και αδράνειας της πολιτικής από τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και εθνικά διακυβεύματα.
Με την επιλογή Σαμαρά, η Αριστερά διέγνωσε διολίσθηση του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο, ακόμη μια φορά, την αδυναμία της να αντιληφθεί τις μεταβολές που συντελούνται, εν αγνοία της και χωρίς την άδειά της. Το ζήτημα δεν είναι ότι η Δεξιά μετατοπίζεται, αλλά κυρίως ότι καταρρέει η αριστεροδεξιά συναίνεση, που είχε αναχθεί σε «ιερό και όσιο» δόγμα για την πολιτική αδράνεια της τελευταίας 15ετίας και ένα νέο πολιτικό σκηνικό αναδύεται.
Ο δικομματισμός διατηρείται, αλλά φεύγει από τα κομματικά κατεστημένα, αποκτά λαϊκή υπόσταση, από συναινετικός μετεξελίσσεται σε συγκρουσιακό, για αμφότερες τις πλευρές, και αυτό εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους, ενόσω η Αριστερά αυτοτοποθετείται αμέτοχη στο περιθώριο των εξελίξεων, υπό τη φραστική προστασία μεταφυσικής υφής και περιεχομένου.
Η βαρύτητα της κρίσης έχει αχρηστεύσει τη μονεταριστική αριστεροδεξιά διαχείριση, που βασιζόταν στο κυνήγι των δημοσίων ελλειμμάτων, στη λιτότητα του εργασιακού εισοδήματος, στην αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου προς τα επάνω.
Νέα και αντίστροφη πεποίθηση διαμορφώνεται σήμερα σε αμφότερες τις πλευρές του πολιτικού συστήματος: η περαιτέρω συμπίεση των εισοδημάτων επιδεινώνει την ύφεση και συνειδητοποιείται επείγουσα ανάγκη αναδιανομής του εισοδήματος προς τα κάτω. Η ανάπτυξη προηγείται της ισοσκέλισης των ελλειμμάτων, όχι το αντίστροφο, όπως μέχρι σήμερα δογματικά και άκριτα επαναλαμβανόταν.
Η ρήξη με το σύστημα της συναίνεσης έχει αρχίσει, και μάλιστα από τους βασικούς πυλώνες του, από την ιστορική στιγμή που οι ηγεσίες επέλεξαν ν' απευθυνθούν στις αντίστοιχες λαϊκές βάσεις. Η ταχύτητα, το εύρος, η ποιότητα της αναδιανομής αποτελούν νέα κριτήρια πολιτικών διαχωρισμών.
Η Αριστερά, ενώ κατάφερε να διαρρήξει τη συναίνεση και να ριζοσπαστικοποιήσει τους αντιπάλους της, η ίδια δεν τοποθετείται στο νέο πολιτικό σκηνικό, παραμένοντας στην καταγγελία του ήδη ξεπερασμένου. Δώδεκα μήνες μετά τη μαθητική εξέγερση του Δεκέμβρη 2008, οι στυλοβάτες του συστήματος επιδεικνύουν μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα με τη φυγή στο μέλλον, από τους επικριτές του, που επιλέγουν τη φυγή στο παρελθόν.
kvergo@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου